Σελίδες

Δημοφιλείς αναρτήσεις

Κυριακή 27 Οκτωβρίου 2013

ΡΗΓΑΣ ΦΕΡΑΙΟΣ : Η ΖΩΗ ΚΑΙ ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ (+playlist)- ΑΠΟ ΤΟ ΜΙΧΑΛΗ ΚΑΣΣΗ.



--

ΚΑΣΤΑΝΙΑ. ΔΥΤΙΚΗ ΜΑΝΗ (+playlist)

Ο ΤΑΥΓΕΤΟΣ ΑΡΓΟΠΕΘΑΙΝΕΙ (+playlist)

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΟΙ ΔΙΑΛΕΚΤΟΙ

 ================================================



GREEK SURNAMES


GREEK SURNAMES
Προς Εγώ
Σήμερα στις 5:45 π.μ.

GREEK SURNAMES




Posted: 03 Feb 2014 06:35 AM PST
1. Ἡ ἔννοια «διάλεκτος».---
Κάθε γλῶσσα μιλιέται κατὰ τόπους διαφορετικά. Αὐτὲς οἱ κατὰ τόπους (δηλ. οἱ γεωγραφικὲς) παραλλαγὲς τῆς γλώσσας ὀνομάζονται διάλεκτοι.-------
Ἡ δημιουργία διαλέκτων εἶναι μία περίπλοκη διαδικασία ποὺ συνδέεται μὲ ποικίλους ἐνδο- ἀλλὰ καὶ ἐξωγλωσσικοὺς (κοινωνικούς, ἱστορικοὺς κ.ἄ.) παράγοντες. Ἄλλωστε ἡ ποικιλία στὴ γλῶσσα, εἴτε σὲ γεωγραφικὸ (βλ. διάλεκτοι) εἴτε σὲ κοινωνικὸ εἴτε σὲ ἀτομικὸ ἐπίπεδο ἀποτελεῖ μία ἀπὸ τὶς βασικότερες ἰδιότητές της, ὅπως συμβαίνει σὲ πολλὲς ἄλλες ἐκφάνσεις τοῦ ἀνθρώπινου πολιτισμοῦ καὶ γενικὰ τῆς ἀνθρώπινης δραστηριότητας. Ἔτσι γιὰ παράδειγμα, καὶ γιὰ νὰ παραμείνουμε στὸ γεωγραφικὸ ἐπίπεδο, ὅπως ὑπάρχει ἔντονη ποικιλία στὶς παραδοσιακὲς ἐνδυμασίες, στὰ ἤθη καὶ τὰ ἔθιμα, στὴν παραδοσιακὴ μουσικὴ καὶ τοὺς χορούς, στὴν παραδοσιακὴ ἀρχιτεκτονική, τὴν κουζίνα κ.λπ., κατὰ ἀνάλογο τρόπο ἔχει καὶ ἡ γλῶσσα κατὰ τόπους διαφορετικὴ μορφή. Ἡ σταδιακὴ διάσπαση μίας ἀρχικὰ «ἑνιαίας» γλώσσας σὲ γεωγραφικὲς παραλλαγές, δηλ. σὲ διαλέκτους, μπορεῖ νὰ ἐνισχυθεῖ ἀπὸ ἐξωγλωσσικοὺς παράγοντες, ὅπως π.χ. ἡ γεωγραφικὴ ἀπομόνωση ὁμόγλωσσων περιοχῶν μεταξύ τους ἐξαιτίας φυσικῶν ἐμποδίων (ὀροσειρές, μεγάλα ποτάμια, θάλασσες) ἢ ὁ πολιτικὸς κατακερματισμὸς τοῦ γλωσσικοῦ χώρου (π.χ. στὸν ἀρχαῖο ἑλληνικὸ κόσμο) ποὺ εὐνοοῦν τὴν ἀραίωση ἢ καὶ τὴν πλήρη ἔλλειψη ἐπικοινωνίας μεταξὺ ὁμόγλωσσων πληθυσμῶν ἀπὸ διάφορες περιοχές, καθὼς καὶ ἀπὸ ἄλλους ἰδιαίτερους σὲ κάθε περίπτωση παράγοντες.



Οἱ διάλεκτοι ἀποτελοῦν πλήρη γλωσσικὰ συστήματα, τὰ ὁποῖα, ὅπως καὶ κάθε μορφὴ γλώσσας, ἐξυπηρετοῦν κατὰ τὸν καλύτερο δυνατὸ τρόπο τὶς ἐπικοινωνιακὲς ἀνάγκες τῶν χρηστῶν τους. Ἔτσι δὲν ἐπιδέχονται κανενὸς εἴδους ἀξιολόγηση ὡς πρὸς τὴ λειτουργικότητά τους ἢ γενικὰ τὴν «ἀξία» τους, ὅπως κι ἂν τὴν ἐννοήσουμε. Μὲ ἄλλα λόγια δὲν εἶναι οὔτε «καλύτερες» ἀλλὰ οὔτε καὶ «χειρότερες» ἀπὸ τὴν ἐπίσημη γλῶσσα. Γεννιοῦνται μέσα ἀπὸ διαδικασίες ποὺ ἀνέκαθεν λάμβαναν χώρα σὲ ὅλες τὶς γλῶσσες, καὶ σὲ καμία περίπτωση δὲν πρέπει νὰ ἀντιμετωπίζονται ὡς «παραφθορές». Ὁ συνήθης καὶ πιὸ διαδεδομένος τρόπος ἀντιμετώπισής τους (τουλάχιστον στὴν περίπτωση τῆς Νέας Ἑλληνικῆς) γενικὰ δὲν εἶναι θετικός, γεγονὸς ποὺ ὀφείλεται στὸ ὅτι στὸ σύνολό τους οἱ διάλεκτοι ἀποκλίνουν ἀπὸ τὴν ἐπίσημη γλῶσσα-πρότυπο, ἡ ὁποία στὰ μάτια τῶν περισσοτέρων ὁμιλητῶν (ἀκόμη καὶ τῶν διαλεκτόφωνων) εἶναι ἡ μόνη «σωστὴ» γλῶσσα. Ἐπιπλέον διατηροῦνται πλέον κυρίως στὸ λόγο ἀνθρώπων περιορισμένης μορφώσεως, ἐνῶ παλαιότερα χρησιμοποιοῦνταν ἀπὸ τὸ σύνολο τῶν ἀνθρώπων ποὺ ἀπάρτιζαν τὶς τοπικὲς κοινωνίες. Τέλος, στὴ συντριπτική τους πλειονότητα οἱ διάλεκτοι δὲν διαθέτουν λογοτεχνικὴ παράδοση καὶ ἡ χρήση τους παρέμεινε ἀποκλειστικὰ σχεδὸν προφορική, ἐξυπηρετώντας τὶς ἐπικοινωνιακὲς ἀνάγκες κυρίως ἀγροτοποιμενικῶν κοινωνιῶν1. Ἐξαίρεση ἀποτελοῦν διάλεκτοι ὅπως ἡ Κρητική, ἡ ὁποία ὑπῆρξε τὸ γραπτὸ ὄργανο σημαντικῆς λογοτεχνικῆς παραγωγῆς μέχρι τὸ 1669 (ὁπότε καὶ ἡ Κρήτη ἐντάχθηκε στὴν Ὀθωμανικὴ Αὐτοκρατορία), ἢ διάλεκτοι, οἱ ὁποῖες συνδέονται στενὰ μὲ τὴν ταυτότητα τῶν πληθυσμῶν ποὺ τὶς μιλοῦν, καὶ ἀποκτοῦν ἔντονα συμβολικὸ χαρακτήρα, εἰδικὰ ἂν μιλιοῦνται σὲ περιβάλλον κατὰ πλειοψηφία ἀλλόγλωσσο (π.χ. ἡ Ποντιακὴ σὲ πλειοψηφία τουρκόφωνων στὴ Μικρὰ Ἀσία πρὶν τὸ 1922) ἢ ἀποτελοῦν πολύτιμα κατάλοιπα παλαιότερων ἐποχῶν, ὅπως εἶναι οἱ σημερινὲς ἑλληνικὲς διάλεκτοι τῆς Κάτω Ἰταλίας (Ἀπουλίας καὶ Καλαβρίας).



Τὸ γεγονὸς ὅτι οἱ διάλεκτοι, ἐκτὸς ἐξαιρέσεων, χρησιμοποιοῦνται μόνο στὸν προφορικὸ λόγο, δημιουργεῖ στὸ μὴ ἐξειδικευμένο κοινὸ μία αἴσθηση «ἀνεπάρκειας» τῶν διαλέκτων ὡς ἐπικοινωνιακῶν συστημάτων. Γιὰ τὴν ἐπιστήμη τῆς γλωσσολογίας ὅμως ἡ ἀντιμετώπιση αὐτὴ θεωρεῖται ἐσφαλμένη, ἐπειδὴ οἱ διάλεκτοι εἶναι, ὅπως καὶ ἡ ἐπίσημη γλῶσσα, λειτουργικῶς πλήρη συστήματα. Γιὰ παράδειγμα, τὸ γεγονὸς ὅτι δὲν ὑπάρχουν σὲ αὐτὲς ὅροι π.χ. τῆς τεχνολογίας ἢ τῆς σύγχρονης διοίκησης δὲν σχετίζεται μὲ ἐγγενῆ συστημικὴ ἀνεπάρκεια ἀλλὰ μὲ τὴ δομὴ καὶ τὴ λειτουργία τῶν κοινωνιῶν, τῶν ὁποίων ἀποτέλεσαν δημιούργημα καὶ ἐπικοινωνιακὸ μέσο. Ἄλλωστε καὶ ἡ Ἀρχαία Ἑλληνικὴ δὲν διέθετε ἐπιστημονικὴ καὶ φιλοσοφικὴ ὁρολογία μέχρι ἡ ἐξέλιξη τῆς κοινωνίας νὰ γεννήσει τὴν ἀνάγκη γιὰ τὴ δημιουργία αὐτῆς τῆς ὁρολογίας.



Σημ.: 1. Διάλεκτοι βέβαια μιλιοῦνταν παλαιότερα καὶ στὰ ἀστικὰ κέντρα τῆς ἑλληνικῆς περιφέρειας μὲ διαλεκτόφωνη ἐνδοχώρα (π.χ. Ἰωάννινα, Τρίπολη, Λιβαδειὰ κ.λπ.).



2. Γένεση τῶν νεοελληνικῶν διαλέκτων.



Ἡ Ἀρχαία Ἑλληνικὴ ἦταν καὶ αὐτὴ διασπασμένη σὲ πλῆθος τοπικῶν διαλέκτων, τὶς ὁποῖες οἱ γλωσσολόγοι κατατάσσουν συνήθως σὲ τέσσερις ὁμάδες: τὴν Ἰωνικὴ (ποὺ περιλαμβάνει καὶ τὴν ἀττικὴ διάλεκτο), τὴ Δυτικὴ Ἑλληνικὴ (τὴ Δωρικὴ μὲ τὴν εὐρύτερη ἔννοια), τὴν Αἰολικὴ καὶ τὴν Ἀρκαδοκυπριακή. Ἀπὸ τὰ τέλη τοῦ 4ου αἰ. π.Χ. ἀρχίζει μὲ βάση τὴν ἀττικὴ διάλεκτο, ἡ ὁποία εἶχε ἀναχθεῖ σὲ διάλεκτο μὲ ἰδιαίτερα αὐξημένο κῦρος, νὰ διαμορφώνεται μία μορφὴ γλώσσας ὑπερτοπική, ἡ ὁποία ἐκτοπίζει τὶς παλαιὲς διαλέκτους ἀρχικὰ ἀπὸ τὸ γραπτὸ λόγο (μὲ πρώτη τὴν συγγενική της Ἰωνική), ἐνῶ σταδιακὰ διεισδύει καὶ στὴν προφορικὴ χρήση ὀδηγώντας τες μέχρι τὸ τέλος τῆς ἀρχαιότητας σὲ ἐξαφάνιση. Αὐτὴ ἡ μορφὴ γλώσσας, τὴν ὁποία ὀνομάζουμε Ἀλεξανδρινὴ Κοινή, ὁμιλεῖται πλέον ἀπὸ τὸ σύνολο σχεδὸν τοῦ ἑλληνόφωνου κόσμου τῆς ἐποχῆς. Ἀπὸ τὴ βυζαντινὴ ἐποχὴ ἀρχίζει νέα διάσπαση τῆς Ἑλληνικῆς, ἡ ὁποία ὁδηγεῖ στὴ διαμόρφωση τῶν νεοελληνικῶν διαλέκτων.



Ἑπομένως οἱ νεοελληνικὲς διάλεκτοι δὲν ἕλκουν τὴν καταγωγή τους ἀπὸ τὶς ἀρχαῖες ἑλληνικὲς διαλέκτους (ἄλλωστε δὲν ταυτίζονται τὰ γεωγραφικὰ ὅρια τῶν μὲν καὶ τῶν δέ), ἀλλὰ οἱ ρίζες τους βρίσκονται στὴν κατὰ τόπους διαφοροποίηση τῆς ὕστερης Ἀλεξανδρινῆς Κοινῆς / μεσαιωνικῆς Ἑλληνικῆς. Στοιχεῖα βέβαια τῶν ἀρχαίων ἑλληνικῶν διαλέκτων (λεξιλογικὰ ἀλλὰ καὶ ἄλλου εἴδους) καὶ γενικότερα ἀρχαϊσμοὶ ἐπιβιώνουν στὶς νεοελληνικὲς διαλέκτους μέχρι σήμερα. Ἀπὸ τὶς νεοελληνικὲς διαλέκτους μόνη ἡ Τσακωνική, ποὺ μιλιέται στὴν περιοχὴ τῆς Κυνουρίας τοῦ σημερινοῦ Νομοῦ Ἀρκαδίας (Λεωνίδιο, Καστάνιτσα, Σίταινα, Τυρός, Μέλανα κ.λπ.) καὶ ἐμφανίζει ἐντονότατη διαφορὰ ἀπὸ τὴν Κοινὴ Νεοελληνικὴ ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὶς ὑπόλοιπες διαλέκτους, μπορεῖ στὸ μεγαλύτερο μέρος της νὰ ἀναχθεῖ στὴν ἀρχαία ἑλληνικὴ δωρικὴ διάλεκτο τῆς Λακωνίας.



3. Κατάταξη τῶν νεοελληνικῶν διαλέκτων καὶ ἰδιωμάτων.



Πρὶν προχωρήσουμε στὴν κατάταξη καὶ τὴν παρουσίαση τῶν νεοελληνικῶν διαλέκτων εἶναι ἀναγκαία μία διευκρίνιση. Στὴν ἑλληνικὴ γλωσσολογία γίνεται ἀπὸ παλαιότερα ἡ διάκριση μεταξὺ διαλέκτου καὶ ἰδιώματος. Μὲ τὸν πρῶτο ὅρο νοοῦνται παραλλαγὲς τῆς γλώσσας, οἱ ὁποῖες διαφέρουν ἀπὸ τὴν Κοινὴ Νεοελληνικὴ (τὴν ἐπίσημη γλῶσσα μας) σὲ βαθμὸ ποὺ σὲ πολλὲς περιπτώσεις νὰ καθίσταται δύσκολη ἕως ἀδύνατη ἡ κατανόηση τῶν λεγομένων τῶν διαλεκτόφωνων ἀπὸ τοὺς ὁμιλητὲς τῆς Κοινῆς Νεοελληνικῆς (ἢ ἄλλων παραλλαγῶν τῆς Νέας Ἑλληνικῆς). Στὴν κατηγορία αὐτὴ ἐντάσσονται παραλλαγὲς τῆς Νέας Ἑλληνικῆς ὅπως ἡ Ποντιακή, τὰ Καππαδοκικά, ἡ Τσακωνικὴ καὶ ἡ Κατωιταλική. Καταχρηστικὰ ἐντάσσονται σὲ αὐτὴ τὴν κατηγορία καὶ ἡ Κυπριακὴ καὶ ἡ Κρητική, παρότι οἱ διαφορές τους ἀπὸ τὴν Κοινὴ Νεοελληνικὴ δὲν θεωροῦνται τόσο μεγάλες. Μὲ τὸν ὅρο ἰδίωμα χαρακτηρίζονται τοπικὲς παραλλαγὲς τῆς Νέας Ἑλληνικῆς, οἱ ὁποῖες διαφέρουν μὲν ἀπὸ τὴν Κοινή, οἱ διαφορές τους ὅμως ἐλάχιστα δυσχεραίνουν τὴν κατανόηση. Σὲ αὐτὴ τὴν κατηγορία ἐντάσσονται παραλλαγὲς ὅπως τὰ Ἑπτανησιακά, τὰ Εὐβοϊκά, τὰ Κυκλαδίτικα κ.ἄ. Μὲ τὸν ἴδιο ὅρο (ἰδίωμα) δηλώνονται ἐπίσης τοπικὲς διαφοροποιήσεις ἐντὸς μίας διαλέκτου, π.χ. κυπριακὴ διάλεκτος – ἰδίωμα τῆς Πάφου, κρητικὴ διάλεκτος – ἰδίωμα τῶν Σφακίων.



Ἡ «κλασικὴ» κατάταξη τῶν γεωγραφικῶν παραλλαγῶν τῆς Νέας Ἑλληνικῆς ἀνάγεται στὸν «πατέρα» τῆς ἑλληνικῆς γλωσσολογίας Γεώργιο Χατζιδάκι (1848-1941). Περιλαμβάνει δύο εὐρύτερες ζῶνες, τὰ νότια ἰδιώματα καὶ τὰ βόρεια ἰδιώματα. Μία τρίτη ἐνδιάμεση κατηγορία συνιστοῦν τὰ λεγόμενα ἡμιβόρεια ἰδιώματα. Tὸ κριτήριο κατάταξης εἶναι μεταβολὲς τῶν ἄτονων φωνηέντων e καὶ ο, καὶ i καὶ u2.



Ἔτσι στὰ βόρεια ἰδιώματα τὰ φωνήεντα i καὶ u, ὅταν δὲν τονίζονται, ἀποβάλλονται, ἐνῶ τὰ e καὶ ο, ὅταν δὲν τονίζονται, μεταβάλλονται σὲ i καὶ u ἀντίστοιχα. Στὰ νότια ἰδιώματα τὰ παραπάνω φωνήεντα παραμένουν ἀμετάβλητα:



Νότια ιδιώματα: χωράφι, κεφάλι, παιδί, γουρούνι



Βόρεια ιδιώματα: χουράφ’, κιφάλ’, πιδί, γ’ρούν’



Στὰ ἡμιβόρεια ἰδιώματα διακρίνονται δύο ὑποκατηγορίες: Στὴ μία συμβαίνει μόνο ἀποβολὴ τῶν ἄτονων i καὶ u, ἐνῶ στὴ δεύτερη μόνο μεταβολὴ τῶν μὴ τονιζόμενων e καὶ o σὲ i καὶ u ἀντίστοιχα:



χουράφι, κιφάλι, πιδί, γουρούνι



χωράφ’, κεφάλ’, παιδί, γ’ρούν’



Ὑπάρχουν βέβαια καὶ περιπτώσεις ἰδιωμάτων ποὺ δὲν μποροῦν νὰ καταταγοῦν μὲ σαφήνεια σὲ κάποια ἀπὸ τὶς παραπάνω εὐρύτερες ὁμάδες (βόρεια, νότια, ἡμιβόρεια), ἀλλὰ μπορεῖ νὰ θεωρηθεῖ ὅτι κατέχουν ἐνδιάμεση θέση.



Στὰ βόρεια ἰδιώματα περιλαμβάνονται τὰ ἰδιώματα τῆς Στερεᾶς Ἑλλάδας (ἐκτὸς τῶν Μεγάρων, τῆς Παλαιᾶς Ἀθήνας καὶ τῆς νότιας Εὔβοιας), τοῦ μεγαλύτερου μέρους τῆς Ἠπείρου (ἐκτὸς τῆς Θεσπρωτίας καὶ τῶν ἑλληνόφωνων περιοχῶν τῆς Ἀλβανίας), τῆς Θεσσαλίας, τῆς Μακεδονίας, τοῦ δυτικοῦ τμήματος τῆς Θράκης, τῆς βόρειας Εὔβοιας, τῶν νησιῶν τῶν Σποράδων (ἐκτὸς τῆς Σκύρου), τῆς Τήνου, ἑνὸς τμήματος τῆς Ἀνδρου, τὰ ἰδιώματα τῶν νησιῶν Σάμου, Λέσβου, Λήμνου, Σαμοθράκης, Ἅι-Στράτη, Ἴμβρου, Τενέδου καὶ Θάσου, καθὼς καὶ τὸ ἰδίωμα τοῦ Ἀϊβαλὶ (Κυδωνιῶν) καὶ τῆς γύρω περιοχῆς στὴ Μικρὰ Ἀσία.



Στὰ ἡμιβόρεια ἰδιώματα, τὰ ὁποῖα δὲν ἐμφανίζουν γεωγραφικὴ συνέχεια καὶ δὲν συνδέονται μὲ σχέση κοινῆς καταγωγῆς μεταξύ τους, περιλαμβάνονται τὰ ἰδιώματα τῆς Σκύρου, τῆς Λευκάδας, τῆς Μυκόνου, τῆς Νάουσας (στὴ Μακεδονία), τοῦ χωριοῦ Λεῦκες τῆς Πάρου, τοῦ χωριοῦ Μεστὰ τῆς Χίου, τὰ ἰδιώματα τῆς Ἀνατολικῆς Θράκης (πλὴν τῆς Κωνστανινούπολης) καὶ τῶν ἑλληνόφωνων περιοχῶν στὶς ἀκτὲς τοῦ Εὐξείνου Πόντου στὴ σημερινὴ Βουλγαρία (Μεσημβρία, Ἀγχίαλος κ.λπ.), τῆς κωμόπολης Λιβίσι τῆς Μικρᾶς Ἀσίας (ἀπέναντι ἀπὸ τὴν Ρόδο) κ.λπ.



Στὰ νότια ἰδιώματα περιλαμβάνονται τὰ ἰδιώματα τῆς Πελοποννήσου, τῆς Μάνης3, τῆς ὁμάδας Μεγάρων-Αἴγινας-Παλαιᾶς Ἀθήνας-κεντρικῆς καὶ νότιας Εὔβοιας, τὰ ἰδιώματα τῶν Ἑπτανήσων, τῶν Κυκλάδων (ἐκτὸς τῆς Τήνου, τῆς Μυκόνου καὶ τμήματος τῆς Ἄνδρου), τῶν Δωδεκανήσων, τῆς Χίου καὶ τῆς Ἰκαρίας. Περιλαμβάνονται ἐπίσης τὰ κωνσταντινουπολίτικα, τὸ σμυρναίικο ἰδίωμα, τὸ ἰδίωμα τῆς κωμόπολης Βουρλὰ τῆς Σμύρνης, τὸ ἰδίωμα τῆς κωμόπολης Ἀλάτσατα στὴ χερσόνησο τῆς Ἐρυθραίας στὴ Μικρὰ Ἀσία ἀπέναντι ἀπὸ τὴ Χίο, καὶ μερικὰ ἀκόμη μικρασιατικὰ ἰδιώματα. Νότιο φωνηεντισμὸ ἐμφανίζουν τέλος καὶ ἡ κυπριακὴ καὶ ἡ κρητικὴ διάλεκτος.



Κατὰ καιροὺς ἔχουν προταθεῖ καὶ ἐναλλακτικὲς κατατάξεις τῶν νεοελληνικῶν διαλέκτων καὶ ἰδιωμάτων, οἱ ὁποῖες βασίζονται σὲ διάφορα φαινόμενα, ὅπως εἶναι ἡ διατήρηση τοῦ ληκτικοῦ –ν (π.χ. ἔφερεν) ἢ ἡ χρήση τῆς ἐρωτηματικῆς ἀντωνυμίας εἴντα ἀντὶ τοῦ τί (χαρακτηριστικὸ ποὺ συμβαδίζει μὲ ἄλλα καὶ χωρίζει τὸν ἑλληνόφωνο χῶρο σὲ δύο μεγάλες ζῶνες, βλ. Contossopoulos 1983-4)4, ἀλλὰ καμία ἀπὸ αὐτὲς δὲν ἔχει πρὸς τὸ παρὸν ἀντικαταστήσει τὴν κατάταξη τοῦ Γεωργίου Χατζιδάκι στὶς δύο ζῶνες, βόρεια καὶ νότια (καὶ τὴν ἐνδιάμεση κατηγορία τὰ ἡμιβόρεια).



Ἄλλα εὐρέως διαδεδομένα φαινόμενα ποὺ ἀπαντῶνται σὲ νεοελληνικὲς διαλέκτους καὶ ἰδιώματα εἶναι ἐνδεικτικά:



(1) Ὁ τσιτακισμός: Ἡ προφορὰ τοῦ κ καὶ τοῦ γκ/γγ ὡς τσ καὶ τζ ἀντίστοιχα ὅταν ἀκολουθοῦν τὰ φωνήεντα e καὶ i: τσαι (=καί), παιδάτσι (=παιδάκι), ἄ(ν)τζελος (= ἄγγελος). Ἀπαντᾶται σὲ πολλὲς διαλέκτους καὶ ἰδιώματα (π.χ. στὴν Κυπριακὴ ἀλλὰ καὶ ἀλλοῦ).

(2) Ἡ ἀποβολὴ τοῦ γ μεταξὺ φωνηέντων, π.χ. ἔφαε, ἐπῆε, πέλαο κ.λπ.

(3) Ἡ διατήρηση τῶν διπλῶν (παρατεταμένων) συμφώνων στὴν κυπριακὴ διάλεκτο καὶ ἀλλοῦ, π.χ. ἄλ-λος.

(4) Ἡ διατήρηση ἀσυνίζητων τύπων ὅπως φωτία, καρδία, τὰ παιδία, ἡ μηλέα κ.λπ.

(5) Οἱ καταλήξεις –ουσι καὶ -ασι τοῦ γ΄ προσώπου πληθυντικοῦ τοῦ ρήματος, π.χ. ἔχουσι, εἴχασι.

(6) Ἀόριστος σὲ –κα ἀντὶ σὲ –σα, π.χ. ροβόληκα = ροβόλησα, βόηθηκα = βοήθησα, ἔφτακα = ἔφτασα, ἔπιακα = ἔπιασα, κ.λπ.

(7) Ἡ λεγόμενη ἐπίταξη τοῦ ἀσθενοῦς τύπου τῶν προσωπικῶν ἀντωνυμιῶν: εἶπα σου = σοῦ εἶπα, ἐπῆρα την = την πῆρα.

(8) Τὸ ἔμμεσο ἀντικείμενο σὲ αἰτιατικὴ (σύνηθες στὸ βορειότερο τμῆμα τοῦ ἑλληνόφωνου χώρου): με εἶπε = μου εἶπε, τον ἔδωσε ἕνα βιβλίο = του ἔδωσε ἕνα βιβλίο.



Ἕνα ζήτημα, τὸ ὁποῖο δὲν ἔχει ἐρευνηθεῖ ἐπαρκῶς ἂν καὶ εἶναι γνωστὸ ἀπὸ παλαιότερα, εἶναι οἱ ἐπιδράσεις ξένων γλωσσῶν σὲ νεοελληνικὲς διαλέκτους. Ἔτσι οἱ ἐπιδράσεις τῶν γειτονικῶν ἰταλικῶν διαλέκτων, ὅπως εἶναι ἀναμενόμενο, εἶναι ἔντονες καὶ ἐμφανεῖς στὴν Κατωιταλική. Ἕνα ἄλλο παράδειγμα ἰσχυρότατων ἐπιδράσεων ξένης γλώσσας σὲ νεοελληνικὴ διάλεκτο συνιστοῦν τὰ καππαδοκικὰ ἰδιώματα, τὰ ὁποῖα μιλιοῦνταν γιὰ αἰῶνες καὶ μέχρι τὸ 1922 σὲ μικρὲς ἑλληνόφωνες νησίδες ἐντὸς τοῦ τουρκόφωνου χώρου στὰ βάθη τῆς Μικρᾶς Ἀσίας καὶ στὰ ὁποῖα εἶναι ἐμφανὴς ἡ υἱοθέτηση στοιχείων καὶ δομῶν τῆς Τουρκικῆς καθὼς καὶ ἡ παρουσία πολυάριθμων λεξιλογικῶν δανείων ἀπὸ τὴν ἴδια γλῶσσα. Σὲ ἄλλες περιπτώσεις ἡ ἐπίδραση εἶναι κυρίως λεξιλογική, ὅπως π.χ. στὰ ἑπτανησιακὰ ἰδιώματα, ὅπου εἶναι ἔντονη ἡ παρουσία ἰταλικῶν δάνειων λέξεων. Τὸ ἐρευνητικὸ ἐνδιαφέρον γιὰ ζητήματα ὅπως αὐτὰ ἔχει σημαντικὰ αὐξηθεῖ τὰ τελευταῖα χρόνια.



Σημ.: 2. Χρησιμοποιεῖται ἐδῶ ὁ συμβολισμὸς τοῦ Διεθνοῦς Φωνητικοῦ Ἀλφαβήτου.

3. Μανιάτικο ἰδίωμα μιλιόταν μέχρι πρὶν μερικὲς δεκαετίες στὸ Καργκέζε τῆς Κορσικῆς ἀπὸ ἀπογόνους Μανιατῶν ἀπὸ τὸ Οἴτυλο ποὺ ἐγκαταστάθηκαν ἐκεῖ τὸ 17ο αἰ.

4. Contossopoulos, N. 1983-1984. "La Grèce du τι et la Grèce du εἶντα". Γλωσσολογία 2-3, 149-162.



4. Πηγὲς – ἔρευνα ἐπὶ τῶν διαλέκτων / ἰδιωμάτων.



Οἱ παλαιότερες γραπτὲς μαρτυρίες ποὺ διαθέτουμε ἀπὸ νεοελληνικὴ διάλεκτο προέρχονται ἀπὸ τὴν Κύπρο. Πρόκειται γιὰ τὶς Ἀσσίζες (νομικὸ κείμενο τοῦ 14ου αἰ. γραμμένο ἀρχικὰ στὴ Γαλλικὴ) καὶ τὰ χρονικά τοῦ Λεόντιου Μαχαιρᾶ καὶ τοῦ Γεωργίου Βουστρωνίου (καὶ τὰ δύο τοῦ 15ου αἰ.). Ἀπὸ τὴν Κρήτη διαθέτουμε τὴν πλούσια λογοτεχνικὴ παραγωγὴ κυρίως κατὰ τὸν 16ο -17ο αἰῶνα (π.χ. ὁ Ἐρωτόκριτος τοῦ Βιτσέντζου Κορνάρου). Πολύτιμες πληροφορίες γιὰ τὴν παλαιότερη μορφὴ καὶ τὴν ἐξέλιξη τῶν διαλέκτων μποροῦμε νὰ ἀντλήσουμε σὲ πολλὲς περιπτώσεις ἀπὸ τὰ νοταριακὰ (=συμβολαιογραφικὰ) ἔγγραφα, ἀπὸ τὰ ὁποῖα διαθέτουμε πλούσιο ὑλικὸ κυρίως σὲ περιοχές, οἱ ὁποῖες γνώρισαν τὴν κυριαρχία τῶν Ἑνετῶν, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ λογοτεχνικὰ καὶ ἄλλου εἴδους κείμενα.



Ἀπὸ τὸν ὕστερο 19ο αἰ. ἀρχίζει, μὲ τὴν εἰσαγωγὴ τῆς γλωσσικῆς ἐπιστήμης καὶ στὴν Ἑλλάδα ἀπὸ τὸν Γεώργιο Χατζιδάκι, ἡ ἐπιστημονικότερη μελέτη τῶν νεοελληνικῶν διαλέκτων καὶ ἰδιωμάτων, ἐμφανίζονται οἱ πρῶτες ἐπιστημονικὲς περιγραφὲς τῶν διαλέκτων. Τὸ ἐρευνητικὸ ἐνδιαφέρον Ἑλλήνων ἀλλὰ καὶ ξένων ἐρευνητῶν στράφηκε τότε σὲ μεγάλο βαθμὸ πρὸς τὶς διαλέκτους ἐκεῖνες, οἱ ὁποῖες ἐμφάνιζαν μεγάλη διαφορὰ τόσο ἀπὸ τὴν Κοινὴ Νεοελληνικὴ ὅσο καὶ ἀπὸ τὶς ὑπόλοιπες διαλέκτους, καὶ ἐπιπλέον ἐθεωρεῖτο ὅτι διέσωζαν ἐνδιαφέροντα ἀρχαϊκὰ στοιχεῖα καὶ μποροῦσε (ἀπὸ ἑλληνικῆς πλευρᾶς τουλάχιστον) νὰ θεωρηθεῖ ὅτι ἀποδείκνυαν τὴ συνέχεια τοῦ ἑλληνισμοῦ (π.χ. Κατωιταλική, Τσακωνική).



Τὸ παλαιότερο καὶ ἕνα ἀπὸ τὰ μεγαλύτερα κέντρα ἔρευνας ἐπὶ τῶν νεοελληνικῶν διαλέκτων/ἰδιωμάτων εἶναι τὸ Κέντρο Ἐρεύνης Νεοελληνικῶν Διαλέκτων καὶ Ἰδιωμάτων (Κ.Ε.Ν.Δ.Ι, πρώην Κέντρον Συντάξεως τοῦ Ἱστορικοῦ Λεξικοῦ) τῆς Ἀκαδημίας Ἀθηνῶν, στὸ ὁποῖο ἐδῶ καὶ πολλὲς δεκαετίες συλλέγεται καὶ μελετᾶται διαλεκτικὸ ὑλικὸ ἀπὸ κάθε γωνιὰ τοῦ ἑλληνόφωνου χώρου. Σημαντικότατο ἐρευνητικὸ ἔργο ἐπιτελεῖται ἐπίσης στὸ Ἰνστιτοῦτο Νεοελληνικῶν Σπουδῶν (Ἵδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη, Θεσσαλονίκη) καὶ στὸ Ἐργαστήριο Νεοελληνικῶν Διαλέκτων τοῦ Τομέα Γλωσσολογίας τοῦ Τμήματος Φιλολογίας τοῦ Πανεπιστημίου Πατρῶν. Γενικὰ τὰ τελευταῖα χρόνια τὸ ἐνδιαφέρον γιὰ τὴν ἐπιστημονικὴ ἔρευνα ἐπὶ τῶν νεοελληνικῶν διαλέκτων καὶ ἰδιωμάτων ἔχει αὐξηθεῖ κατακόρυφα καὶ ἐξαπλώνεται ραγδαία, καθὼς ἔχει ἀναγνωριστεῖ τὸ ἐνδιαφέρον ποὺ παρουσιάζουν γιὰ τὸν ἐπιστήμονα γλωσσολόγο, ἐνῶ ἔχουν ἐνταθεῖ καὶ οἱ προσπάθειες καταγραφῆς καὶ διάσωσης τοῦ γλωσσικοῦ ὑλικοῦ πρὶν οἱ διάλεκτοι καὶ τὰ ἰδιώματα ὑποχωρήσουν ὁριστικὰ ὑπὸ τὴν πίεση τῆς Κοινῆς Νεοελληνικῆς.



5. Ὑποχώρηση τῶν διαλέκτων / ἰδιωμάτων.



Παλαιότερα μία διάλεκτος ἦταν ἡ μόνη σχεδὸν μορφὴ γλώσσας ποὺ χρησιμοποιοῦσαν στὸν προφορικό τους λόγο σὲ ὅλες σχεδὸν τὶς ἐκφάνσεις τῆς ζωῆς τους οἱ τοπικὲς κοινωνίες. Ἡ ἄρση ὅμως τῆς ἀπομόνωσης πολλῶν περιοχῶν μὲ τὴ βελτίωση ἢ τὴ δημιουργία τῶν συγκοινωνιακῶν ὑποδομῶν, ἡ ἐξάπλωση τῆς σχολικῆς παιδείας, καὶ ἰδιαίτερα κατὰ τὶς τελευταῖες δεκαετίες, τῶν μέσων ἐπικοινωνίας καὶ τῶν μέσων μαζικῆς ἐνημέρωσης, ὁδήγησαν στὴν ἔναρξη τῆς διαδικασίας ὑποχώρησης τῶν περισσότερων διαλέκτων / ἰδιωμάτων. Σὲ ὁρισμένες περιπτώσεις ἡ διαδικασία αὐτὴ ξεκίνησε ἀρκετὰ νωρίς. Ἔτσι στὴν περίπτωση τῆς κοντινῆς στὴν πρωτεύουσα Πελοποννήσου ἔχουμε μαρτυρίες ὅτι ἤδη ἀπὸ τὰ τέλη τοῦ 19ου / ἀρχὲς τοῦ 20ου αἰ. εἶχαν ἀρχίσει νὰ ὑποχωροῦν τὰ ἰδιαίτερα χαρακτηριστικά τῶν τοπικῶν ἰδιωμάτων. Μία ἄλλη ἐνδιαφέρουσα ἀλλὰ ἄγνωστη στὸ εὐρὺ κοινὸ περίπτωση συνιστᾶ ἡ Ἀθήνα, στὴν ὁποία μέχρι τὰ μέσα τοῦ 19ου αἰ. μιλιόταν ἕνα ἰδίωμα συγγενὲς μὲ τὰ ἰδιώματα τῶν γειτονικῶν Μεγάρων, τῆς Αἴγινας καὶ τοῦ νοτιότερου τμήματος τῆς Εὔβοιας. Ἡ μεταφορὰ τὸ 1834 τῆς πρωτεύουσας τοῦ νέου ἑλληνικοῦ κράτους στὴ μικρὴ καὶ μᾶλλον ἀσήμαντη τότε Ἀθήνα συνέβαλε στὴν ἐγκατάσταση πλήθους Ἑλλήνων ἀπὸ πολλὲς περιοχὲς τοῦ ἑλληνόφωνου κόσμου (ἀκόμη καὶ ἀπὸ τὶς παροικίες τοῦ ἐξωτερικοῦ) στὴν πόλη μὲ ἀποτέλεσμα μέσα σὲ λίγες δεκαετίες νὰ σιγήσει τὸ παλαιὸ ἰδίωμά της. Στὴν Κάτω Ἰταλία ἡ ἑλληνοφωνία ἦταν γεωγραφικῶς σχετικὰ ἀρκετὰ ἐκτεταμένη μέχρι τὸν 16ο αἰ. τουλάχιστον, ἀλλὰ ἔκτοτε ὑποχωρεῖ διαρκῶς ὑπὸ τὴν πίεση τῶν γειτονικῶν ἰταλικῶν διαλέκτων (καὶ τῆς ἐπίσημης Ἰταλικῆς σήμερα).



Ἡ ὑποχώρηση τῶν διαλέκτων / ἰδιωμάτων ἐπιταχύνθηκε μετὰ τὸν 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο καὶ ὁδηγεῖ σταθερὰ στὴν ἐξαφάνισή τους. Εἶναι χαρακτηριστικὸ ὅτι σὲ πολλὲς περιπτώσεις ἀκόμη καὶ ἡλικιωμένα ἄτομα διασώζουν μόνο ὑπολείμματα τῶν παλαιῶν διαλέκτων στὸ λόγο τους. Τὸ γεγονὸς αὐτὸ καθιστᾶ ἐπιτακτικὴ τὴν ἀνάγκη νὰ συλλεγεῖ καὶ νὰ καταγραφεῖ τὸ γλωσσικὸ ὑλικὸ προτοῦ χαθεῖ ὁριστικά. Δυστυχῶς σὲ ἀρκετὲς περιπτώσεις τὸ ὑλικὸ ποὺ διαθέτουμε εἶναι πενιχρό, ὅπως π.χ. ἀπὸ ὁρισμένα μικρασιατικὰ ἰδιώματα. Τὰ κενὰ στὴν καταγραφὴ δὲν εἶναι διόλου ἀσήμαντα, καὶ πλέον δὲν ἀναπληρώνονται εὔκολα ἐξαιτίας τοῦ βαθμοῦ ὑποχώρησης τῶν διαλέκτων / ἰδιωμάτων. Στὴν περίπτωση τῶν ἰδιωμάτων τῶν προσφύγων ἀπὸ τὴ Μικρὰ Ἀσία ὁ ξεριζωμὸς τῶν φορέων τους ἀπὸ τὶς ἑστίες τους καὶ ἡ ἔνταξή τους στὴν ἑλλαδικὴ κοινωνία ὁδήγησε σὲ ταχεία ἐξαφάνιση τῶν ἰδιωμάτων ἀπὸ τὸ λόγο τῶν ἀπογόνων τους. Ἐπιπλέον οἱ παλαιοὶ ὁμιλητὲς αὐτῶν τῶν διαλέκτων / ἰδιωμάτων (δηλ. ἡ πρώτη γενιὰ προσφύγων) δὲν βρίσκονται πλέον στὴ ζωὴ ὥστε νὰ χρησιμεύσουν ὡς πληροφορητές, καὶ ἔτσι συχνὰ εἴμαστε ἀναγκασμένοι νὰ στηριχτοῦμε σὲ γραπτὲς πηγὲς καὶ παλαιότερες καταγραφές, (μὲ ὅλα τα μειονεκτήματά τους) γιὰ νὰ ἀντλήσουμε πληροφορίες.



Μποροῦν βέβαια νὰ ἐντοπιστοῦν ἀκόμη ἐνδιαφέροντες θύλακες διατήρησης τῶν διαλέκτων (ἔστω καὶ μὲ ἰσχυρὴ τὴν ἐπίδραση τῆς Κοινῆς Νεοελληνικῆς), κυρίως στὸ λόγο ἡλικιωμένων ἀτόμων μὲ χαμηλὴ ἕως ἀνύπαρκτη μόρφωση καὶ περιορισμένη ἐπαφὴ μὲ τὶς πόλεις, ἀλλὰ καὶ σὲ ἄτομα ποὺ ἀνήκουν σὲ νεότερες γενιές. Ἐπίσης θύλακες διατήρησης διαλέκτων ἐντοπίζονται σὲ περιοχὲς ἐκτὸς τῶν ὁρίων τοῦ ἑλληνικοῦ κράτους (στὴν Ἀπουλία καὶ τὴν Καλαβρία στὴν Κάτω Ἰταλία, στὴν Ἀλβανία, στὴν Τουρκία στὴν περιοχὴ τοῦ Ὄφη ὅπου διαβιοῦν μουσουλμάνοι ἑλληνόφωνοι Πόντιοι, στὴν Οὐκρανία καὶ τὴν περιοχὴ τῆς Κριμαίας καὶ τῆς Ἀζοφικῆς), ἂν καὶ ἀντιμετωπίζουν καὶ αὐτὲς γιὰ ποικίλους ὅσο καὶ γνωστοὺς λόγους τὸ φάσμα τῆς ἐξαφάνισης καὶ τῆς ἀντικατάστασής τους ἀπὸ τὶς γλῶσσες τῆς πλειοψηφίας τῶν τοπικῶν πληθυσμῶν, παρὰ τὶς ἀξιόλογες προσπάθειες ποὺ γίνονται σὲ ὁρισμένες περιπτώσεις γιὰ τὴ διατήρησή τους (π.χ. στὴν Ἀπουλία). Ἰδιαίτερα ζωντανὴ εἶναι ἀκόμη ἡ κυπριακὴ διάλεκτος, ἂν καὶ παρατηρεῖται καὶ σὲ αὐτὴν ἰσχυρὴ ἐπίδραση τῆς Κοινῆς Νεοελληνικῆς, ἐνῶ ἔχει ξεκινήσει στὸν προφορικὸ λόγο διαδικασία ἐξάλειψης τῶν τοπικῶν ἰδιαιτεροτήτων πρὸς τὴν κατεύθυνση τῆς δημιουργίας μίας «κυπριακῆς κοινῆς». Ζωντανὴ παραμένει ἐπίσης ἡ Ποντιακὴ στὶς περιοχὲς ἐγκατάστασης ποντίων προσφύγων ἰδιαίτερα στὴ βόρεια Ἑλλάδα.





Ἐπιλογὴ βιβλιογραφίας.



Ἡ βιβλιογραφία γιὰ τὶς νεοελληνικὲς διαλέκτους καὶ τὰ ἰδιώματα εἶναι τεράστια. Δίνεται ἐδῶ μόνο μία μικρὴ ἐπιλογή.

Κοντοσόπουλος, Ν. 2001. Διάλεκτοι καὶ ἰδιώματα τῆς Νέας Ἑλληνικῆς. Ἀθήνα: Ἐκδόσεις «Γρηγόρη».

Διαλεκτικοὶ θύλακοι τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας. Ἔκδοση «Κέντρου Ἑλληνικῆς Γλώσσας». Ἀθήνα 1999.

Ἡ ἑλληνικὴ γλῶσσα καὶ οἱ διάλεκτοί της. Ἔκδοση «Κέντρου Ἑλληνικῆς Γλώσσας». Ἀθήνα 2000.

Τζιτζιλής, Χρ. (ὑπὸ ἔκδ.). Νεοελληνικὲς Διάλεκτοι. Θεσσαλονίκη: Ἰνστιτοῦτο Νεοελληνικῶν Σπουδῶν (Ἵδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη).

Τριανταφυλλίδης, Μ. 1981. Νεοελληνικὴ Γραμματική: Ἱστορικὴ εἰσαγωγὴ (1938). Στὸ: Ἅπαντα Μανόλη Τριανταφυλλίδη, τόμ. 3ος. Θεσσαλονίκη: Ἰνστιτοῦτο Νεοελληνικῶν Σπουδῶν (Ἵδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη). 19815.



Σημ.: 5. Στὶς σελ.233-308 γίνεται ἐκτενὴς ἀναφορὰ στὶς νεοελληνικὲς διαλέκτους καὶ τὰ ἰδιώματα. Περιλαμβάνονται καὶ κείμενα.



* Ὁ Νικόλαος Παντελίδης εἶναι Ἀναπληρωτὴς Καθηγητὴς Γλωσσολογίας τοῦ Τομέα Γλωσσολογίας στὸ Τμῆμα Φιλογίας τοῦ Πανεπιστήμιου Ἀθηνῶν. http://www.odeg.gr/oi-neoellinikes-dialektoi.html
=================================================

==

Τετάρτη 23 Οκτωβρίου 2013

ΜΑΝΙΑΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ.(Το Αετόπουλο) (+playlist)


-

====================================================
====================================================================
ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ & ΜΑΝΙΑΤΕΣ
Της Ελένης Λεωνίδα Κούβαρη
Φιλολόγου, υποψ. διδάκτορος Πανεπιστημίου Αθηνών
ΤΑ ΑΙΤΙΑ ΤΩΝ ΒΑΛΚΑΝΙΚΩΝ ΠΟΛΕΜΩΝ (1912-1913)
Η ιδέα της διαβαλκανικής συνεργασίας, διάχυτη αφότου ο Ρήγας Βελεστινλής κήρυξε την ανάγκη για αγωνιστική συσπείρωση των λαών της χερσονήσου του Αίμου κατά της τυραννίας, δεν είχε γνωρίσει, ως τις αρχές του 20ου αιώνα, την καταξίωση στην πράξη. Η σύμπηξη ενός ευρύτερου μετώπου από τα βαλκανικά κράτη είχε αποδειχθεί αδύνατο να συγκροτηθεί την περίοδο του σουλτανικού δεσποτισμού.
Όταν όμως το 1908 εκδηλώθηκε και επικράτησε το κίνημα των Νεότουρκων κι έγινε φανερό ότι κύριος στόχος τους ήταν ο πλήρης εκτουρκισμός του οθωμανικού κράτους -πράγμα που σήμαινε διώξεις σε βάρος των αλλοεθνών πληθυσμών της Οθωμανικής αυτοκρατορίας- τα εθνικά αισθήματα των γειτονικών βαλκανικών λαών αναζωπυρώθηκαν. Έλληνες, Βούλγαροι και Σέρβοι απαιτούσαν την προστασία των ομοεθνών τους που διέμεναν στο Οθωμανικό κράτος και ταυτόχρονα επεδίωκαν την ενσωμάτωση των οθωμανικών εδαφών στα οποία αυτοί κατοικούσαν.
Στο μεταξύ, ο επεκτατικός ανταγωνισμός των Μεγάλων Δυνάμεων είναι έντονος καθώς και η προσπάθεια για οικονομική διείσδυση στην οθωμανική αυτοκρατορία, μια περιοχή ζωτικής σημασίας για τα συμφέροντά τους (δρόμος προς τις αγορές της Ανατολής και τα πετρέλαια). Η Γερμανία ήδη από τα τέλη του 19ου αιώνα έχει προσεταιριστεί τους Τούρκους. Τα Γερμανικά βιομηχανικά κεφάλαια αναζητούν νέες αγορές και πρώτες ύλες κι επιδιώκουν να αντικαταστήσουν τα Αγγλογαλλικά. Η «πορεία προς ανατολάς», όπως αποκαλείται ο γερμανικός επεκτατισμός, ανησυχεί τους δυτικούς αλλά κυρίως τη Ρωσία. Η τελευταία πείθει τους Σέρβους και τους Βούλγαρους να παραμερίσουν τις διαφορές τους για τη Μακεδονία (η Βουλγαρία θέλει αυτόνομη Μακεδονία, ενώ η Σερβία επιθυμεί να την προσαρτήσει) και να συνάψουν συμμαχία κατά της Τουρκίας. Υπογράφεται λοιπόν με κάθε μυστικότητα στις 13 Μαρτίου του 1912 η Σερβοβουλγαρική συνθήκη.
Η Ελληνική κυβέρνηση απ’ την πλευρά της, δεν ήταν δυνατόν να παραβλέψει τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας στο Μακεδονικό και Θρακικό χώρο. Μια ενδεχόμενη νίκη των Σερβοβουλγάρων θα τους έδινε το δικαίωμα να διαμοιραστούν τα εδάφη αυτά. Ήδη από το 1908 ο Ελευθέριος Βενιζέλος δεν είχε διστάσει να εκφράσει, από τις στήλες του «κήρυκα» των Χανίων τις πιο τολμηρές ελπίδες για τη μελλοντική εξέλιξη των Ελληνοτουρκικών σχέσεων και την πραγμάτωση της Μεγάλης Ιδέας. Καθώς την άνοιξη του 1911 έκρινε ότι μια πολεμική σύγκρουση δεν ήταν μακριά, υιοθέτησε την τακτική της βαλκανικής συνεννόησης. Στο μεταξύ αναδιοργάνωσε τη χώρα και συγκρότησε ισχυρό στρατό ώστε να είναι έτοιμη να αρχίσει τον αγώνα για την απελευθέρωση του αλύτρωτου Ελληνισμού.
Παράλληλα, η ρωσική επέμβαση στο Βαλκανικό χώρο ενόχλησε τους
Άγγλους και τους Γάλλους. Με την παρότρυνση, λοιπόν της Αγγλίας και για να μην μείνει έξω από ένα μελλοντικό εδαφικό διακανονισμό της περιοχής των ευρωπαϊκών Τουρκικών εδαφών, η Ελλάδα υπογράφει στις 29 Μαΐου του 1912 αμυντική συμμαχία με τη Βουλγαρία, η οποία ακολουθείται από την υπογραφή στρατιωτικής συμφωνίας αλληλοϋποστήριξης σε περίπτωση πολέμου με την Τουρκία. Στις ενδοβαλκανικές συμφωνίες εναντίον της Τουρκίας προστίθεται αργότερα και το Μαυροβούνιο. Στις αρχές Ιουνίου του 1912 η κυβέρνηση του παρείχε διαβεβαίωση στη Σόφια μέσω προφορικής συμφωνίας Βουλγαρίας-Μαυροβουνίου. Παράλληλα, η Οθωμανική Αυτοκρατορία είναι εξασθενημένη και εξαιτίας του πολέμου με την Ιταλία, η οποία  έχοντας επίσης οικονομικά κίνητρα επιτέθηκε το Σεπτέμβριο του 1911 εναντίον της Λιβύης που ήταν οθωμανική κτήση, ενώ το Μάιο του 1912 κατέλαβε τα υπό οθωμανική διοίκηση Δωδεκάνησα.
Οι Βαλκανικοί σύμμαχοι λοιπόν (Ελλάδα – Σερβία – Βουλγαρία - Μαυροβούνιο) μετά την απόρριψη από την τουρκική κυβέρνηση των αιτημάτων τους που αφορούσαν στη διασφάλιση της εθνικής αυτονομίας των εθνοτήτων της αυτοκρατορίας, κηρύσσουν τον πόλεμο κατά της Τουρκίας στις 4/17 Οκτωβρίου του 1912, με διακοίνωση που επέδωσαν οι διπλωματικοί τους εκπρόσωποι, πριν εγκαταλείψουν την Κωνσταντινούπολη. Ο Α΄ ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ
Αντίπαλοι στον Α΄ Βαλκανικό Πόλεμο ήταν τα τέσσερα χριστιανικά κράτη της χερσονήσου του Αίμου (Βουλγαρία, Σερβία, Μαυροβούνιο και Ελλάδα) από την μία πλευρά και η οθωμανική αυτοκρατορία από την άλλη .
Οι επιχειρήσεις διεξήχθησαν σε τέσσερα χωριστά μέτωπα:
- Θράκη, όπου πολέμησαν οι Βούλγαροι
- Βόρεια Μακεδονία και Αλβανία, όπου πολέμησαν κυρίως οι Σέρβοι και οι Μαυροβούνιοι
- Νότια Μακεδονία, όπου πολέμησαν οι Έλληνες
- Ήπειρο
Η γενική επιστράτευση άρχισε τα μεσάνυχτα της 17ης Σεπτεμβρίου 1912. Το σύνολο του ελληνικού στρατού ξηράς κατανεμήθηκε σε δύο μεγάλες μονάδες, το στρατό της Θεσσαλίας και το στρατό της Ηπείρου.
Ο στρατός της Θεσσαλίας με αρχιστράτηγο το διάδοχο Κωνσταντίνο απαρτιζόταν συνολικά από 100.000 άνδρες. Ο στρατός της Ηπείρου με διοικητή τον αρχιστράτηγο Κωνσταντίνο Σαπουτζάκη διέθετε συνολική δύναμη που κυμαινόταν μεταξύ 10.000 – 13.000 ανδρών στην πρώτη φάση του πολέμου . Η συνολική δύναμη του τούρκικου στρατού στη δυτική Μακεδονία ήταν 35-40.000 άνδρες. Τα τουρκικά συνοριακά φυλάκια της πρώτης γραμμής βρίσκονταν στην περιοχή Ελασσόνας – Δεσκάτης  και Σαρανταπόρου.
Η διαταγή για προέλαση δόθηκε τις πρώτες πρωινές ώρες της 5ης Οκτωβρίου του 1912. Ο στρατός της Θεσσαλίας κινήθηκε έχοντας στην πρώτη γραμμή τέσσερις μεραρχίες την 1η, 2η, 3η και 4η. Στην 4η μεραρχία ανήκε το 8ο Σύνταγμα Πεζικού που απαρτιζόταν από άνδρες Λάκωνες. Ο ελληνικός στρατός περνώντας τα σύνορα απελευθέρωσε την Ελασσόνα και κατέλαβε τη Δεσκάτη.

Η ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΣΑΡΑΝΤΑΠΟΡΟΥ (9-10 Οκτωβρίου 1912)
Η τοποθεσία του Σαρανταπόρου βρίσκεται βορειοανατολικά των Ιωαννίνων μεταξύ Γρεβενών και Ελασσόνας.
Στις 8 Οκτωβρίου του 1912, οι 1η , 2η και 3η μεραρχίες πλησίασαν κατά μέτωπο τα στενά του Σαρανταπόρου. Η 4η θα προσπαθούσε να υπερκεράσει τον εχθρό από τα δυτικά και προχωρώντας προς τα Σέρβια, να του αποκόψει την υποχώρηση . Η 5η μεραρχία είχε διαταγή να επιχειρήσει ευρύτερη κυκλωτική κίνηση δυτικότερα. Η αμυντική γραμμή των στενών του Σαρανταπόρου ήταν φυσικώς οχυρή. Επιπλέον είχε γίνει υποδειγματική αμυντική οργάνωση της από τους Γερμανούς. Έτσι, ο επιτιθέμενος προχωρούσε με δυσκολία κάτω από τα πυρά του εχθρικού πυροβολικού. Επομένως, η κατά μέτωπο επίθεση των τριων μεραρχιών που εκτελέστηκε ουσιαστικά χωρίς κάλυψη πυροβολικού, στοίχησε στους Έλληνες σημαντικές απώλειες .
Το πρωί της 9ης Οκτωβρίου άρχισε η προσπέλαση του ελληνικού στρατού. Στο κέντρο οι τρεις μεραρχίες, 1η, 2η, 3η, προχωρούσαν με δυσκολία, η 5η εκτελούσε κυκλωτική κίνηση, εξουδετερώνοντας διάφορες μικρές τουρκικές μονάδες, η 4η μεραρχία κατέλαβε τα Σέρβια. Στις 11 Οκτωβρίου, ολόκληρος ο στρατός της Θεσσαλίας προωθήθηκε ως τον ποταμό Αλιάκμονα. Η αποστολή ολοκληρώθηκε στις 12 Οκτωβρίου.
Η μάχη στα στενά του Σαρανταπόρου της 9ης και 10ης Οκτωβρίου 1912, υπήρξε η πρώτη σημαντική νίκη του ελληνικού στρατού στον Α’ Βαλκανικό πόλεμο. Τα στενά αυτά ήταν η μοναδική θέση, όπου η κατώτερη αριθμητικά τουρκική δύναμη μπορούσε να ανακόψει την ελληνική προέλαση. Ο φον ντερ Γκολτς μάλιστα, οργανωτής του τουρκικού στρατού, είχε πει ότι τα στενά του Σαρανταπόρου ‘θα ήταν ο τάφος του ελληνικού στρατού’. Ο ελληνικός στρατός όμως τον διέψευσε. Οι απώλειες των Ελλήνων αριθμούσαν 182 νεκρούς και πάνω από 1000 τραυματίες. Οι Τούρκοι είχαν επίσης σημαντικές απώλειες σε νεκρούς, τραυματίες και αιχμαλώτους και επιπλέον σε πολεμικό υλικό. Γενικά η μάχη στο Σαραντάπορο μπορεί να θεωρηθεί σαν μια μεγάλη επιτυχία της ελληνικής στρατηγικής και απόδειξη της γενναιότητας των Ελλήνων.
Στην πολύνεκρη αυτή μάχη, που ήταν αποφασιστικής σημασίας για το ηθικό των Ελλήνων κατά την έναρξη των πολεμικών συγκρούσεων, το 8ο Σύνταγμα Πεζικού, που αποτελούνταν από Λάκωνες –στην πλειοψηφία τους Μανιάτες, πολεμούσε στην πρώτη γραμμή του πυρός.
Απόδειξη του ηρωισμού και της αυτοθυσίας των ανδρών αυτών είναι η αφήγηση της προσωπικής ιστορίας όσων έλαβαν μέρος στις μάχες, ξεπερνώντας το ανθρώπινο μέτρο κι έδωσαν τη ζωή τους για ιδανικά, όπως η πατρίδα και η ελευθερία.
Τρανό παράδειγμα ήρωα υπήρξε ο τελειόφοιτος τότε της ιατρικής σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, Ιωάννης Κούβαρης του Δημοσθένους από το χωριό Κοκκάλα της Ανατολικής Μάνης. Σύμφωνα με τις αφηγήσεις των γηραιότερων, ο νεαρός τότε φοιτητής δεν εξαιρέθηκε από τη γενική επιστράτευση (εξαιρούνταν μόνον οι πολύτεκνοι και οι άνδρες κάτω των 18 ετών). Μαζί με το συμφοιτητή του Ανάργυρο Γουλιέλμο από τη Λάγια –που αργότερα έγινε γενικός αρχίατρος και πολέμησε και στο Μικρασιατικό μέτωπο- και το συγχωριανό του Μήτσο Μουρκάκο του Γιώργη (που είχε το παρωνύμιο Λιβανάς), επιβιβάστηκαν σε πλοίο και αναχώρησαν για το μέτωπο. Σύμφωνα με μαρτυρικές μνήμες αφηγήσεων της αδελφής του: «ένας κάραβος γιόμησε άντρες» κι έφυγε από την προκυμαία του Γυθείου. Ο Γιάννης ο Κούβαρης ο γιατρός, κουνούσε το καπέλο του και τη χαιρετούσε «ίσαμε που εχάθη», λες κι είχε προαίσθημα πως δε θα ξαναγυρίσει πια, δε θα «αγναντεύσει τη γλυκιά πατρίδα».
Στη μάχη στο Σαραντάπορο πολέμησαν και οι τρείς δίπλα-δίπλα ως απλοί στρατιώτες. Λέγεται πως, ενώ ο Τουρκικός στρατός υποχωρούσε, ο ήρωας Ιωάννης Κούβαρης, ρίχτηκε με ενθουσιασμό, να κατεβάσει την Τουρκική σημαία από κάποιο φυλάκιο και χτυπήθηκε θανάσιμα από τον εχθρό. Δεν τον έθαψαν στον σωρό των πεσόντων. Του έφτιαξαν χωριστό τάφο στον οποίο τοποθέτησαν σταυρό με το όνομά του.
Αργότερα, όσοι επέστρεψαν από το μέτωπο και μετέφεραν τα μαύρα μαντάτα στην οικογένεια, υπέδειξαν στον πατέρα του, Δημοσθένη Κούβαρη, το σημείο που ήταν θαμμένος ο γιός του. Εκείνος, σίγουρα πριν το 1930 -όπου πέθανε- μετέβη στην περιοχή, βρήκε τα οστά του ήρωα γιού του και τα μετέφερε στην Κοκκάλα. Εκεί, στο νεκροταφείο του Μαράθου υπάρχει έως και σήμερα ένα από τα πιο παλιά ηρώα της Μάνης με την προτομή του γιατρού και το ακόλουθο επίγραμμα στην επιτύμβιο στήλη:
«ΙΩΑΝΝΗΣ Δ. ΚΟΥΒΑΡΗΣ
ΤΕΛΕΙΟΦΟΙΤΟΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ
ΕΚ ΛΑΓΕΙΑΣ ΤΗΣ ΗΡΩΙΚΗΣ ΜΑΝΗΣ
ΓΕΝΝΗΘΕΙΣ ΤΗΝ 21ΗΝ  ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 1890
Ο ΠΡΩΤΟΣ ΦΟΝΕΥΘΕΙΣ ΗΡΩΙΚΩΣ ΜΑΧΟΜΕΝΟΣ ΠΑΡΑ ΤΟΙΣ ΣΤΑΘΜΟΙΣ ΤΗΣ ΠΑΛΑΙΑΣ ΜΕΘΟΡΙΑΚΗΣ ΓΡΑΜΜΗΣ
ΠΕΣΩΝ ΕΦ ΟΠΛΟΥ ΛΟΓΧΗΝ
ΔΕΙΞΑΣ ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΠΩΣ ΜΑΧΟΝΤΑΙ ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ
ΤΗΝ 5ΗΝ ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 1912.
ΣΤΟΜΑ ΑΠΟ ΤΟΥ ΜΑΡΤΥΡΟΣ ΤΟΥΤΟΥ ΗΚΟΥΣΘΗΣΑΝ ΑΙ
ΤΕΛΕΥΤΑΙΑΙ ΛΕΞΕΙΣ
- ΠΑΙΔΙΑ ΕΙΝΑΙ ΖΩΗ Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΔΟΞΑ ΑΙΩΝΙΑ
ΣΤΟ ΜΑΧΗΤΗ ΠΟΥ ΧΑΝΕΤΑΙ ΔΙΑ ΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΝ».
Ο λαμπρός αυτός νέος, που είχε ακόμη πολλά να προσφέρει και στην πατρίδα και στην επιστήμη, αποτέλεσε φωτεινό παράδειγμα για πολλούς άλλους έλληνες, που θυσίασαν τη ζωή τους για τα ιδανικά τους.
Ο Μήτσος Μουρκάκος, συμπολεμιστής του στο Σαραντάπορο, ακολούθησε τον Ελληνικό στρατό και σε άλλες μάχες και σκοτώθηκε πολεμώντας γενναία στο μέτωπο της Ηπείρου. Ο θρήνος στην Κοκκάλα απλώθηκε σε ολόκληρο το χωριό και σχεδόν κάθε οικογένεια έκλαψε τον δικό της ήρωα. Η Δημοστέναινα Κουβαρίνα, μάνα του πεσόντος Ιωάννη Κούβαρη πήγε στο κλάμα να θρηνήσει το γιό του Λιβανά και μαζί βέβαια και το γιό της. Απόσπασμα από το μοιρολόι που είπε είναι το ακόλουθο:
«Έλα κοντά μου Λιβανά
τ΄ εσύ το γνώριζες καλά
ότι το χαϊδανάστησα
κι ότι το σπούδαξα γιατρό
για τα καλά γεράματα
κι απέει μου το σκοτώσασι
εκεί ΄ς το Σαραντάπορο.
Χαλάλι του ο θάνατος,
γιατί λευτέρωσε λαό……».
Η κυρά(=γιαγιά) του πεσόντος Μήτσου Μουρκάκου παίρνει το μοιρολόι από τη Δημοστέναινα:
«Γυναίκες, ζας περικαλού
εμένα να μ΄ ακούσετε,
γιατ΄ είμαι μεγαλύτερη.
Εγώ δε θέου κλάματα
Άγιες μέρες έρχουνται
μον΄ θέ να κάμου συμβουλή.
Άντρες οπό ΄χετε άρματα
για φεύγετε στα Γιάννενα,
βοηθάτε τα παιδία μας
του(ς) Τούρκους να νικήσουσι.»
Συγγενής του Μουρκάκου συνεχίζει το θρήνο:
«Ένα παπόρι επέρασε
όξου στον κάβο Ματαπά
κ΄ εσφύριξε διπλοσφυριά,
εσφύριξε κι εφώναξε,
ειδιοποιήστε τα χωιριά
τ΄ όγδόο σύνταγμα περνά
της Λακωνίας τα παιϊδιά
πάσι κατά τα Γιάννενα
στου Μπιζανιού τα φρούρια.»
Σύμφωνα με προφορικές μαρτυρίες, στους Βαλκανικούς πολέμησαν και πολλοί άλλοι από την Κοκκάλα και τα γύρω χωριά της Μάνης. Κάποια ονόματα που μπορεί να αναφερθούν είναι οι εξής:

  • Στάθης Βασιλείου Γούδης, πολέμησε και σκοτώθηκε στο Μπιζάνι.
  • Γιώργος Μαυροειδόγγονας με το παρωνύμιο Γεωργατζάς, από το Δρύαλο, πολέμησε στους Βαλκανικούς και σκοτώθηκε στη λίμνη της Δοϊράνης.
  • Γιώργος Γρηγορίου Μελάς από τη Σπείρα, πολέμησε το 1912 κι έγινε στρατηγός επί ανδραγαθία.
  • Βουγιουκλάκης Ιωάννης από τα Παχιάνικα, σκοτώθηκε στους Βαλκανικούς.
  • Μουρκάκος Γρηγόρης.
  • Γιάννης Τσιγγουρόγιαννης Κούβαρης.
  • Παναγιώτης Κούβαρης του Ιωάννου Τσάρου.
  • Δημήτριος Κούβαρης του Ιωάννου Τσάρου.
  • Σταύρος Κούβαρης του Ιωάννου Τσάρου.
  • Λεωνίδας Κούβαρης του Ιωάννου Τσάρου.

Στη γενική επιστράτευση υπήρχαν ελάχιστα μέσα μεταφοράς των στρατεύσιμων ανδρών και ο Ελληνικός στρατός είχε μεγάλες ελλείψεις σε πολεμοφόδια  και είδη ρουχισμού. Οι Μανιάτες όμως δεν αρνήθηκαν τη στράτευση ακολούθησαν στο μέτωπο, όπου χρησιμοποιήθηκαν ακόμη και ως βοηθητικοί φαντάροι. Άλλοι επέζησαν και άλλοι έμειναν για πάντα στα βουνά της Μακεδονίας και της Ηπείρου.
Αφηγήσεις όπως οι προηγούμενες έχουν ιδιαίτερη αξία για την ανασύνθεση του ιστορικού γεγονότος, ενώ ταυτόχρονα γεμίζουν την ψυχή συγκίνηση και περηφάνια…
Μετά την νίκη στο Σαραντάπορο δύο δρόμοι ανοίγονταν για τον ελληνικό στρατό: ή να συνεχίσει την προέλασή του με κατεύθυνση το Μοναστήρι, ωσότου έρθει σε επαφή με τους Σέρβους, ή να στραφεί προς τα ανατολικά με κατεύθυνση τη Βέροια και τη Θεσσαλονίκη. Δύο τηλεγραφήματα που έφθασαν από την Αθήνα, μετέφεραν την επιθυμία της πολιτικής ηγεσίας, να καταληφθεί το γρηγορότερο η Θεσσαλονίκη. Στις 4.30΄το απόγευμα της 14ης Οκτωβρίου του 1912 έφθασε στο στρατηγείο ο βασιλιάς Γεώργιος και στις 7 περίπου εκδόθηκε η διαταγή πορείας του στρατού με κατεύθυνση τη Βέροια και τη Θεσσαλονίκη.
Η ΜΑΧΗ ΤΩΝ ΓΙΑΝΝΙΤΣΩΝ (19-20 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 1912)
Ο Τούρκος Αρχιστράτηγος Χασάν Ταξίν Πασάς, μετά την ήττα των Τουρκικών δυνάμεων στο Σαραντάπορο και την ουσιαστική διάλυσή τους κατά τις υποχωρητικές κινήσεις στις μέρες που ακολούθησαν είχε στη διάθεσή του μόνο τη φρουρά της Θεσσαλονίκης και το απόσπασμα Κατερίνης. Η παρατακτική του δύναμη ανερχόταν σε 25.000 περίπου άνδρες. Μια λογική σκέψη θα ήταν να παρατάξει τις δυνάμεις αυτές στην ανατολική όχθη του Αξιού. Αλλά είτε επειδή δεν ήθελε να δώσει μάχη τόσο κοντά στη Θεσσαλονίκη, είτε επειδή ήθελε να προστατεύσει την ιερή για τους μουσουλμάνους της Μακεδονίας πόλη των Γιαννιτσών, προτίμησε να παρατάξει τις δυνάμεις του πιο δυτικά, γύρω από τα Γιαννιτσά. Η θέση που διάλεξε έδινε στον αμυνόμενο αρκετά πλεονεκτήματα. Οι Τουρκικές δυνάμεις οχυρώθηκαν σε ένα ύψωμα 130 μέτρων περίπου, από το οποίο μπορούσαν να ελέγχουν την πεδιάδα προς τα δυτικά. Το ύψωμα περιβαλλόταν από δύο δύσβατα ρυάκια. Κάθε προσπάθεια υπερκεράσεως είτε από το Βορρά είτε από το Νότο ήταν σχεδόν αδύνατη.
Ο κύριος όγκος του Ελληνικού στρατού, χωρίς να έχει σαφείς πληροφορίες για τις θέσεις του εχθρού, συνέχισε στις 19 Οκτωβρίου την πορεία του με κατεύθυνση τον ποταμό Λουδία και τις βόρειες όχθες της λίμνης των Γιαννιτσών.  Στις 7:00 το πρωί της 20ης Οκτωβρίου ολόκληρη η Ελληνική παράταξη επιτέθηκε εναντίον της αμυντικής θέσεως των Γιαννιτσών. Προχωρώντας κάτω από συνεχείς βολές του εχθρικού πυροβολικού, το Ελληνικό πεζικό άρχισε να καταλαμβάνει συχνά με επιθέσεις με τις λόγχες, το ένα μετά το άλλο τα εχθρικά οχυρώματα. Στις 11 περίπου το πρωί Ελληνικές μονάδες μπήκαν στην πόλη των Γιαννιτσών, ενώ είχε αρχίσει η σύμπτυξη των υπερασπιστών των τελευταίων Τουρκικών οχυρωμάτων, που απειλούνταν πια με κύκλωση. Οι Τούρκοι υποχωρούσαν προς τον Αξιό και τη Θεσσαλονίκη.
Ο αρχιστράτηγος Κωνσταντίνος στην διαταγή του της 21ης Οκτωβρίου έλεγε μεταξύ των άλλων: «Η νίκη των Γιαννιτσών συμπληρεί του Σαρανταπόρου και αποτελεί δια τον Ελληνικόν στρατόν νεόν τίτλον τιμής και δόξης». Και είχε δίκιο! Αν η νίκη του Σαρανταπόρου επέτρεψε στον Ελληνικό στρατό την κατάληψη της δυτικής Μακεδονίας, η νίκη των Γιαννιτσών άνοιξε τον δρόμο για την απελευθέρωση της κεντρικής Μακεδονίας και της Θεσσαλονίκης.
Στη μάχη των Γιαννιτσών το 1912 έπεσε μαχόμενος ο Γιάννος Μιχαλέας από το συνοικισμό της Μίνας, Κότσιφα. Οι Μιχαλεάνοι είναι κλάδος των Νικλιάνων που κατοικούν εκεί έως και σήμερα. Η αδελφή του Μαρίτσα στο μοιρολόι σκούζει και χτυπιέται κατά το έθιμο, λέγοντας τα ακόλουθα:
«Φτάνει ο στρατός στα Γιαννιτσά
κι ο Γιάννος ήτανε μπροστά
και έπαρε το μπαλαρμά
στο στήθο του και την καϊρδιά
και έμεινε στα Γιαννιτσά
αιώνια και παντοτινά.
-Γιάννο μεγαλομάτη μου
με τα ‘φα(γ)ες τα σκώιτια μου,
μ’ έκοψες το κουράγιο μου
μαζί με τον αέρα μου.
Μα ‘γώ το λέου κι αλλοιώτικα
κι α θέεις να μην πικραθείς.
Εγώ εσένα ζ’ αφαιρού
στανιώς χωρίς τη γνώμη μου
και από τώρα κι εδανά
θε ναν το λέου περήφανα,
ότ’ έπεσες στα Γιαννιτσά
για την πατρίδα τη γλυκειά»
ΠΟΡΕΙΑ ΠΡΟΣ ΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Η ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ ΤΗΣ - 27 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 1912
Στις 24 Οκτωβρίου το Γενικό Στρατηγείο του ελληνικού στρατού εγκαταστάθηκε στην έπαυλη Τόψιν, που βρίσκεται στις παρυφές της πόλης της Θεσσαλονίκης. Ενώ ο διάδοχος Κωνσταντίνος διαπραγματευόταν με τους Τούρκους την παράδοση της πόλης, το  βράδυ της 25ης Οκτωβρίου έφθασαν στο Γενικό Στρατηγείο τηλεγραφήματα των υπουργείων Εξωτερικών και Στρατιωτικών, που ανήγγειλαν την κατάληψη των Σερρών από τους Βουλγάρους την προηγούμενη μέρα και εξέφραζαν φόβους για ταυτόχρονη άφιξη του ελληνικού και του βουλγαρικού στρατού στη Θεσσαλονίκη.
Στις 26 Οκτωβρίου από τον αρχιστράτηγο Κωνσταντίνο δόθηκε δίωρη προθεσμία στον Τούρκο πληρεξούσιο για να μεταφέρει την οριστική απάντηση του αρχιστρατήγου του σχετικά με την άνευ όρων παράδοση του Τουρκικού στρατού και στη συνέχεια διαταγή στους έλληνες για προέλαση. Ενώ προχωρούσαν γρήγορα για να καταλάβουν τη Θεσσαλονίκη, συγχρόνως στάλθηκε μήνυμα του αρχιστράτηγου προς το διοικητή της βουλγαρικής μεραρχίας, που του γνωστοποιούσε την επικείμενη κατάληψη της πόλης και εξέφραζε την γνώμη, ότι η βουλγαρική φάλαγγα θα μπορούσε να απαλλαγεί από τον κόπο της πορείας προς την Θεσσαλονίκη και να στραφεί προς κατεύθυνση, όπου η παρουσία της θα ήταν πιο χρήσιμη για τις πολεμικές επιχειρήσεις. Κατά τις 11 το βράδυ της ίδιας μέρας στη Θεσσαλονίκη δύο αξιωματικοί του Ελληνικού Γενικού Στρατηγείου (Β. Δούσμανης και Ι. Μεταξάς) συνυπέγραψαν με τον Ταξίν πασά το πρωτόκολλο παραδόσεως, σύμφωνα με τους όρους που είχαν συμφωνηθεί. 
Στις 11 το πρωί της 28ης Οκτωβρίου του 1912 ,ο αρχιστράτηγος Κωνσταντίνος με όλο το επιτελείο του και την 1η μεραρχία μπήκε στη Θεσσαλονίκη, όπου το μεσημέρι, στην εκκλησία του Αγίου Μηνά, έγινε δοξολογία για την απελευθέρωση της πόλης.
Με την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης ο ελληνικός στρατός είχε πετύχει τον κύριο αντικειμενικό στόχο του στο μέτωπο της Μακεδονίας. Στο στρατιωτικό τομέα η προτεραιότητα ανήκε πλέον στη λήξη των επιχειρήσεων στην Ήπειρο. Οι Τούρκοι, που κρατούσαν τα Ιωάννινα, είχαν ενισχυθεί πρόσφατα από την τουρκική φρουρά του Μοναστηρίου.
ΟΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΗΠΕΙΡΟ
Ο στρατός της Ηπείρου που συγκεντρώθηκε στην περιοχή της Άρτας, θα χρησίμευε ως δυτική πλαγιοφυλακή στον κύριο όγκο του ελληνικού στρατού, που θα προήλαυνε στη Μακεδονία και θα τηρούσε αμυντική στάση. Ο κυριότερος λόγος, που υπαγόρευε στο ελληνικό Γενικό Επιτελείο να περιορίσει σε αμυντικό ρόλο το στρατό της Ηπείρου, δεν ήταν η αριθμητική υπεροχή των αντιπάλων του,  αλλά η απόλυτη αδυναμία του να εκπορθήσει τα οχυρά του Μπιζανίου χωρίς σημαντικές ενισχύσεις. Ο ορεινός όγκος του Μπιζανίου, που δεσπόζει σε όλα τα περάσματα που οδηγούν από τα νότια στα Ιωάννινα, αποτελούσε από τη φύση του εξαιρετικά ισχυρή αμυντική τοποθεσία, που επιπλέον είχε ενισχυθεί πρόσφατα με πέντε μόνιμα πυροβολεία, κατασκευασμένα κάτω από την επίβλεψη της γερμανικής οργανωτικής αποστολής του τουρκικού στρατού. Η φύση του εδάφους και η δύναμη πυρός των τουρκικών πυροβόλων απέκλειαν μια κατά μέτωπο επίθεση εναντίον του Μπιζανίου, εκτός αν συνδυαζόταν και με κυκλωτική κίνηση, πράγμα όμως που θα απαιτούσε δυνάμεις αριθμητικά πολύ ανώτερες απ’ αυτές του ελληνικού στρατού.
Στο μεταξύ, στις 20 Οκτωβρίου το απόσπασμα που είχε διατεθεί για την εκστρατεία της Πρέβεζας, μετά τη μάχη των Πέντε Πηγαδιών έτρεψε σε φυγή την τουρκική φρουρά της πόλεως, που είχε σχηματίσει γραμμή άμυνας πάνω στην ακρόπολη της αρχαίας Νικοπόλεως.
O ΑΓΩΝΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΛΗΨΗ ΤΩΝ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ
Στις αρχές του 1913, οι Έλληνες είχαν αποκτήσει στην Ήπειρο αριθμητική υπεροχή σε άνδρες (762 αξιωματικούς και 41.000 μάχιμους οπλίτες), αλλά υστερούσαν ακόμη σε αριθμό πυροβόλων (93 απέναντι σε 162 τουρκικά). Η ευκινησία όμως του ελληνικού ελαφρού πυροβολικού και η ευστοχία της βαριάς μοίρας θα κάλυπταν τη διαφορά, όπως θα αποδειχθεί από τις επιχειρήσεις που ακολούθησαν. Η εγκατάσταση των μονάδων του ελληνικού στρατού στις θέσεις, που είχαν καθορισθεί με τη διαταγή της 20ης Δεκεμβρίου, ολοκληρώθηκε τις πρώτες μέρες του 1913 και όλα ήταν έτοιμα για μια νέα απόπειρα εκπορθήσεως του Μπιζανίου, σύμφωνα με τα σχέδια του στρατηγείου που πρόβλεπαν μετωπική επίθεση σε όλο το μήκος της γραμμής. Η επίθεση άρχισε το πρωί της 7ης Ιανουαρίου με βολές οκτώ πεδινών πυροβολαρχιών και της βαριάς μοίρας εναντίον του Μπιζανίου. Η 4η Μεραρχία, με συνολική δύναμη 10.000 ανδρών, επιτέθηκε στον τομέα της Μανωλιάσας.
Το απόγευμα της 10ης Ιανουαρίου έφτασε, στη Φιλιππιάδα ο διάδοχος Κωνσταντίνος, συναντήθηκε με τον Σαπουντζάκη και αφού ενημερώθηκε για την κατάσταση, το άλλο πρωί έδωσε γενική διαταγή, σύμφωνα με την οποία η επίθεση, εξ αιτίας των συνθηκών, έπρεπε να σταματήσει. Μόνο η 6η μεραρχία θα συνέχιζε την επίθεση στο δυτικό τομέα. Ο χειμώνας του 1912-1913 ήταν από τους βαρύτερους που είχε γνωρίσει η Ήπειρος τα τελευταία χρόνια. Ενώ οι απώλειες του ελληνικού στρατού από τις μάχες ήταν σχετικά χαμηλές, οι μονάδες του είχαν κυριολεκτικά αποδεκατιστεί από ψύξεις, κρυοπαγήματα και την υπερκόπωση των ανδρών. Στα μέσα του Ιανουαρίου υπολογίστηκε από το στρατηγείο ότι οι μάχιμοι άνδρες είχαν περιορισθεί σε 28.000 περίπου.
Ο Κωνσταντίνος θεωρούσε ανεπαρκή  τη δύναμη αυτή για να επιχειρήσει γενική επίθεση και με αναφορά του προς το Υπουργείο, στις 30 Ιανουαρίου, ζητούσε την αποστολή ολόκληρης της 1ης μεραρχίας στην Ήπειρο. Ο Βενιζέλος τότε επισκέφθηκε το μέτωπο, ζήτησε πληροφορίες για την δύναμη του ελληνικού στρατού που είχε μείνει στη Μακεδονία και τελικά απέρριψε την αίτηση. Μόνο το 4ο Σύνταγμα θα μεταφερόταν στο Μέτσοβο κι ο Κωνσταντίνος θα είχε στη διάθεσή του και τη 3η Μεραρχία, που βρισκόταν στην Κορυτσά, για μια από τα νώτα επίθεση εναντίον των Τούρκων, σε περίπτωση που και η νέα επίθεση θα αποτύγχανε, όπως οι προηγούμενες. Πριν προετοιμάσει την επίθεσή του ο Κωνσταντίνος, έστειλε στον Εσάτ Πασά στις 17 Ιανουαρίου επιστολή, στην οποία του ζητούσε να παραδώσει τα Ιωάννινα για λόγους κυρίως ανθρωπιστικούς, μια και η Τουρκία είχε οπωσδήποτε χάσει τον πόλεμο. Αλλά η απάντηση του Τούρκου διοικητή υπήρξε αρνητική.
Το σχέδιο που είχε καταρτίσει το στρατηγείο, πρόβλεπε ότι η νέα γενική επίθεση θα εκδηλωνόταν στις 20 Φεβρουαρίου. Σύμφωνα με το σχέδιο ο στρατός της Ηπείρου χωριζόταν σε δύο τμήματα στρατιάς. Το Α’ τμήμα απαρτιζόταν από την Ταξιαρχία Μετσόβου - που θα ενεργούσε επίθεση αντιπερισπασμού στη γραμμή Μάζι-Κοντοβράκι, την 6η και την 7η μεραρχία και πέντε πυροβολαρχίες πεδινού πυροβολικού. Θα κάλυπτε το μέτωπο μέχρι το χάνι του Μπιζανίου.  Ο ρόλος του πρώτου τμήματος στη γενική επίθεση της 20ης Φεβρουαρίου θα ήταν να ενεργήσει εικονική προσβολή των απέναντί του εχθρικών θέσεων, ώστε ο εχθρός να νομίσει ότι η επίθεση θα εκδηλωνόταν στα αριστερά του. Το Β’ τμήμα απαρτιζόταν από την 4η μεραρχία (σ΄ αυτήν ανήκε το 8ο σύνταγμα Πεζικού, το απαρτιζόμενο από Λάκωνες), το απόσπασμα Ολύτσικα και τις ενισχύσεις από το πρώτο τμήμα, δηλαδή από εικοσιτρία συνολικά τάγματα. Θα ενεργούσε την κύρια επίθεση στον τομέα της Μανωλιάσας. Η 2η μεραρχία παρέμενε ανεξάρτητη στο κέντρο της παράταξης, από το χάνι Μπιζανίου μέχρι τη Μανωλιάσα, και θα ενεργούσε κι αυτή περιορισμένη επίθεση για να καλύψει από τα ανατολικά το δεύτερο τμήμα. Η επίθεση θα συνδυαζόταν με αποβατικές επιδείξεις του Ναυτικού στους Άγιους Σαράντα, ώστε να απασχολείται η 13η Τουρκική μεραρχία.
Η γενική Ελληνική επίθεση εκδηλώθηκε τις πρώτες πρωινές ώρες της 20ης Φεβρουαρίου. Η επιχείρηση απασχολήσεως των Τούρκων από το πρώτο τμήμα εκτελέστηκε σύμφωνα με το σχέδιο η 2η μεραρχία κατέλαβε τις απέναντί της εχθρικές θέσεις στον τομέα του Αυγού. Η ταξιαρχία Μετσόβου συνάντησε σφοδρή αντίσταση των Τούρκων στο Δρίσκο, αλλά κατάφερε να καταλάβει το Κοντοβράκι. Η πρώτη και η τρίτη φάλαγγα του δεύτερου τμήματος, με ορμητικές επιθέσεις με την ξιφολόγχη, κατέλαβαν τους αντικειμενικούς τους στόχους, (υψώματα Καστριού, Αγίου Ηλία, Αγίου Νικολάου και Τσούκας) και σταθεροποίησαν τις θέσεις τους, έτοιμες για τη συνέχιση της επίθεσης την επομένη ημέρα. Η δεύτερη φάλαγγα αφού το πρωί εκβίασε την είσοδο του στενού της Μανωλιάσας και το κατέλαβε σε όλο του το μήκος, το απόγευμα καταδίωξε τους Τούρκους, που υποχωρούσαν από τα υψώματα προς την κατεύθυνση των Ιωαννίνων, και αφού κατέλαβε το εχθρικό στρατόπεδο του πυροβολικού στον Άγιο Ιωάννη και απέκοψε τα τηλεφωνικά καλώδια Ιωαννίνων-Μπιζανίου, βρέθηκε το βράδυ στις νότιες παρυφές της Ηπειρωτικής πρωτεύουσας.
Στις 11μ.μ. της ίδιας μέρας έφτασε στις προφυλακές του 9ου τάγματος Ευζώνων της 2ης μεραρχίας ένα αμάξι. Σ΄ αυτό επέβαιναν ο επίσκοπος Δωδώνης, ο υπολοχαγός Ρεούφ και ο ανθυπολοχαγός Ταλαάτ και έφερναν μαζί τους επιστολή που υπογραφόταν από τους πρόξενους στα Ιωάννινα της Ρωσίας, Αυστρο-Ουγγαρίας, Γαλλίας και Ρουμανίας και περιείχε πρόταση του Εσάτ προς τον Κωνσταντίνο για άμεση και χωρίς όρους παράδοση των Ιωαννίνων και του Μπιζανίου. Ο Κωνσταντίνος συμφώνησε ασυζητητί με το περιεχόμενο της επιστολής και στις 5.30’ δόθηκε διαταγή καταπαύσεως του πυρός σε όλες τις μονάδες. Με αλλεπάλληλα τηλεγραφήματα του στρατηγείου προς το Βασιλιά, τον Πρωθυπουργό και το Υπουργείο Στρατιωτικών αναγγέλθηκε στην Αθήνα η χαρμόσυνη είδηση και το πρωί της 22ας Φεβρουαρίου του 1913 οι μονάδες του δεύτερου τμήματος στρατού που είχαν εκτελέσει την κύρια επίθεση, παρήλασαν στους δρόμους των Ιωαννίνων κάτω από τις επευφημίες των κατοίκων.
Ο Α΄ Βαλκανικός πόλεμος έληξε με την υπογραφή της Συνθήκης του Λονδίνου (17 Μαΐου 1913). Με τη συνθήκη αυτή η Οθωμανική Αυτοκρατορία υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει σχεδόν όλα τα Ευρωπαϊκά-Βαλκανικά εδάφη της. Ο Σουλτάνος παραιτήθηκε από τα κυριαρχικά δικαιώματά του στην Κρήτη. Η τύχη των νησιών του Βορείου και Ανατολικού Αιγαίου, της χερσονήσου του Αγίου Όρους και το καθεστώς της Αλβανίας, θα καθοριζόταν από τις μεγάλες δυνάμεις. Λίγο αργότερα. (29 Ιουλίου 1913) η Αλβανία αναγνωρίσθηκε ως ανεξάρτητο κράτος. Οι Ιταλοί αρνήθηκαν να περιλάβουν και τα Δωδεκάνησα στη συνθήκη, υποστηρίζοντας ότι το πρόβλημά τους συνδεόταν με τον ιταλο-τουρκικό πόλεμο και όχι με το βαλκανικό. Έτσι τα νησιά παρέμειναν υπό ιταλική κατοχή.
Η συνθήκη του Λονδίνου, προσπαθώντας να εξισορροπήσει τα συμφέροντα των Δυνάμεων με τα αιτήματα των βαλκανικών λαών, περιείχε ασάφειες και παραλείψεις. Κυριότερο μειονέκτημά της είναι το γεγονός ότι δεν έγινε δυνατό να καθορισθούν τα σύνορα μεταξύ των συμμαχικών βαλκανικών κρατών. Το πρόβλημα της διανομής της Μακεδονίας και της Θράκης θα οδηγήσει σε νέα σύγκρουση, μεταξύ των συμμάχων αυτή τη φορά.
Ο Β’ ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ (Ιούνιος – Ιούλιος 1913)
Οι εκκρεμότητες που άφησε η συνθήκη του Λονδίνου αφορούσαν κυρίως τη Μακεδονία, που ελεγχόταν από τον ελληνικό στρατό. Η Βουλγαρία αξίωνε να περιέλθει στην κατοχή της η Θράκη και η Ανατολική Μακεδονία μαζί με τη Θεσσαλονίκη και το Μοναστήρι. Η Σερβία διεκδικούσε τα τμήματα της Μακεδονίας που είχε καταλάβει. Σε ατμόσφαιρα καχυποψίας, η Ελλάδα και η Σερβία συμμάχησαν για να αντιμετωπίσουν τις απαιτήσεις της Βουλγαρίας. Το Μάιο του 1913 υπέγραψαν αμυντική συμμαχία και στρατιωτική συμφωνία αμοιβαίας υποστήριξης σε περίπτωση πολέμου με τη Βουλγαρία ή την Τουρκία.
Στα μέσα Ιουνίου του 1913, τα βουλγαρικά στρατεύματα επιτέθηκαν ταυτόχρονα εναντίον τόσο των ελληνικών θέσεων όσο και των σερβικών. Ο Β’ βαλκανικός πόλεμος ήταν πλέον γεγονός. Στη διάρκειά του, ο ελληνικός στρατός κατέλαβε ολόκληρη την Ανατολική Μακεδονία και τη Δυτική Θράκη, φτάνοντας ως την Αλεξανδρούπολη. Επιτυχίες σημείωσαν και οι Σέρβοι στη Δυτική Μακεδονία. Παράλληλα οι Ρουμάνοι εισέβαλαν στη Βουλγαρία, φτάνοντας τριάντα χιλιόμετρα από τη Σόφια, ενώ οι Τούρκοι ανακατέλαβαν την Αδριανούπολη στην Ανατολική Θράκη. Η Βουλγαρία ήταν η ηττημένη του Β’ βαλκανικού πολέμου.
Με τη συνθήκη του Βουκουρεστίου στις 28 Ιουλίου του 1913 τερματίστηκαν οι βαλκανικοί πόλεμοι. Η Ελλάδα εξασφάλισε την Ανατολική Μακεδονία με τη Θεσσαλονίκη και την Καβάλα, τη Νότια Ήπειρο, τα νησιά Θάσο, Σαμοθράκη, Λήμνο, Λέσβο, Χίο, Σάμο, Ικαρία και την Κρήτη.
Με τους βαλκανικούς πολέμους η επιφάνεια του ελληνικού εδάφους και ο πληθυσμός διπλασιάστηκαν. Στον εθνικό κορμό προστέθηκαν νέα κέντρα με εύρωστη οικονομική ζωή και πνευματική παράδοση. Η εδαφική καχεξία που είχε σαν επακόλουθο την οικονομική υπανάπτυξη έπαψε να υπάρχει. Δημιουργήθηκαν, επομένως, οι καλύτερες προϋποθέσεις για μια μελλοντική ανάπτυξη.
Στη Μάνη, μια πρώτη προσπάθεια απόδοσης φόρου τιμής στους Μανιάτες πεσόντες στους πολέμους της νεώτερης ελληνικής ιστορίας, έγινε το 1995 από τον πρόεδρο τότε της κοινότητας Τσικαλιών, Παναγάκο Μιχελή. Με χρηματοδότηση του αιωνόβιου στρατηγού, Σπυριδάκου Σπυρίδωνα στήθηκε στον κεντρικό δρόμο των Τσικαλιών μνημείο πεσόντων. Κάθε χρόνο στις 7 Ιουλίου, στη γιορτή της Αγίας Κυριακής, τελείται τρισάγιο και επιμνημόσυνος δέηση κατά την οποία μνημονεύονται τα ονόματά τους. Στη μαρμάρινη στήλη του μνημείου αναγράφονται τα εξής:
«ΕΠΕΣΑΝ ΥΠΕΡ ΠΑΤΡΙΔΟΣ
1912-1913
Δικαιούλιας Ιωάννης του Παναγιώτη
Αμούσαφος Αλέξανδρος του Στυλιανού
Γεωργοπαπαδάκος Ιωάννης του Νικολάου
Ηλιοπιερέας Κυριάκος του Βασιλείου
Κυριακουλάκος Μιχάλης του Βασιλείου
Καλαντζάκος Κυριάκος του Αντωνίου
Λουκάκος Κυριάκος του Βασιλείου
Λαμπρινάκος Γεώργιος του Θεοδώρου
Σαλίχος Βασίλειος του Πέτρου
Σαλίχος Κυριάκος του Γεωργίου
Σαλίχος Παύλος του Μιχαήλ
Χαριάτης Ευάγγελος του Παναγιώτη»
Αναφορικά με τη συμμετοχή των Μανιατών στους Βαλκανικούς πολέμους το 1912-1913, οι παραπάνω αναφορές είναι προϊόν μιας μικρής μόνο έρευνας. Τα στοιχεία που παραθέτονται αποτελούν ψήγματα της τοπικής ιστορίας και μπορούν να λειτουργήσουν μόνο ως αφόρμηση για μια συστηματικότερη μελέτη του ιστορικού παρελθόντος. Για τη νεώτερη ελληνική ιστορία υπάρχει πλούσιο αρχειακό υλικό και μεγάλη βιβλιογραφία. Αυτό, όμως, που δεν πρέπει να χαθεί είναι η πολύτιμη πληροφορία που μπορεί να αντλήσει ο ιστορικός από την προφορική μαρτυρία, το φωτογραφικό υλικό, τα οικογενειακά κειμήλια, τα προσωπικά ημερολόγια και άλλα ακόμη στοιχεία που η έρευνα μπορεί να αναδείξει.
Το τραγουδο-μοιρολόι της Μάνης για το 8ο Σύνταγμα:
«Ένα καράβι θωρηκτό
περνά το Κάβο Ταίναρο
Περνά σφυρίζει δυνατά
όλο τον κόσμο αναβουά
Τ’ ακούσασι τσοπάνηδες
κι όλοι οι φαναροφύλακες
(ει)Διοποιήστε τα χωιριά
Προσηλιακά κι Αποσκιερά
το 8ο Σύνταγμα περνά
όλα τη(ς) Μάνης τα παιϊδιά
και πάσι για τα Γιάννενα
στη(ς) Μανωλιάσας τα βουνά
Πάσι να πολεμήσουσι
τη Μάνη τα τιμήσουσι…
Από τα τώρα και δανά
πά(=πάνω) στης Ηπείρου τα βουνά
θα μείνουσι  πολλά κορμιά
για της Ελλάς τη λευτεριά.
(…)
ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΤΑ ΓΙΑΝΝΕΝΑ
Για δεύτερη χρονιά πολυμελής Μανιάτικη αντιπροσωπεία μεταβαίνει στα Γιάννενα, ως Σώμα Απόδοσης Τιμών στους Έλληνες ήρωες και στους Μανιάτες προγόνους μας, που πολέμησαν γενναία και θυσιάστηκαν για την ελευθερία της Πατρίδος. Σκοπός της αποστολής και της συμμετοχής στις επίσημες και λαμπρές εορταστικές εκδηλώσεις της Απελευθέρωσης των Ιωαννίνων την 21η Φεβρουαρίου, είναι η απόδοση φόρου τιμής στους πεσόντες Μανιάτες του 8ου Συντάγματος Πεζικού, που πολέμησαν στην πρώτη γραμμή στους Βαλκανικούς πολέμους (1912-1913). Η Μανιάτικη αντιπροσωπεία συμμετέχει στα δρώμενα με κατάθεση στεφάνου, με συμμετοχή στην παρέλαση, κ.λπ. Οι Μανιάτες σε πλήρη στοίχιση, φορώντας τις παραδοσιακές φορεσιές τους –οι άντρες με τα κουμπούρια τους και οι γυναίκες κρατώντας ψηλά το δρεπάνι– ευθυτενείς και με σταθερό βήμα παρήλασαν μπροστά στον ηπειρώτη πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας Κάρολο Παπούλια, αποσπώντας θερμά χειροκροτήματα και επευφημίες από το πλήθος. Τα σχόλια που διατυπώθηκαν ήταν επαινετικά για την παρουσία των Μανιατών. Και με αυτή τους τη συμμετοχή, κέρδισαν τις εντυπώσεις!
Το Σώμα Απόδοσης Τιμών της Μάνης έτυχε θερμής υποδοχής και στο Μπιζάνι και τη Μανολιάσα, και οι τοπικές αρχές μάλιστα δεσμεύτηκαν για να στήσουν τύμβο τιμής και μνήμης για τους Μανιάτες πεσόντες και να μεταφέρουν στο σημείο αυτό τα κόκαλα των ηρώων του 8ου Συντάγματος, που έμειναν για πάντα εκεί, να τους σκεπάζει ηπειρωτικό χώμα. Ιδιαίτερη τιμή απέτεινε στη Μάνη ο δήμαρχος Μπιζανίου, ο οποίος τέλεσε επιμνημόσυνη δέηση στον Προφήτη Ηλία Μανολιάσας υπέρ των πεσόντων εθελοντών μαχητών Μάνης και Κρήτης!
Στο σημείο αυτό αξίζει επίσης να επισημανθεί η θερμή συμμετοχή και η καταλυτική παρουσία της νεολαίας μας, αφού η φετινή αποστολή στην πλειοψηφία της σχεδόν αποτελούνταν από μαθητές και μαθήτριες των σχολείων της Αρεοπόλεως. Το ενδιαφέρον που έδειξαν τα παιδιά μας για τις ιστορικές μνήμες του παρελθόντος, λόγω της βιωματικής αυτής προσέγγισης κεφαλαίων του μαθήματος της ιστορίας που διδάσκονται στα σχολεία τους, καταδεικνύει πως αυτό το εγχείρημα κατάφερε τουλάχιστον να ευαισθητοποιήσει τους νέους μας, ώστε να στέκονται με σεβασμό απέναντι στην παράδοση και πρωτοπόροι να ενεργοποιούνται για την διάσωση των στοιχείων της πολιτιστικής και ιστορικής μας κληρονομιάς.
Κλείνοντας το μικρό αυτό σημείωμα, θα ήταν χρήσιμο να αποτιμήσουμε τα οφέλη που προκύπτουν κυρίως για την προβολή του τόπου μας, όχι μόνο από τη συγκεκριμένη αποστολή αλλά και γενικότερα από την πρωτοβουλία να συσταθεί το Σώμα Απόδοσης Τιμών και να οργανώνονται παρόμοια εγχειρήματα, σε όλη την Ελλάδα, όπου θυσιάστηκαν οι Πρόγονοί μας.
Όλοι οι συμμετέχοντες –μικροί και μεγάλοι– ταξίδευσαν σε άλλα μέρη και γνώρισαν πολιτιστικές πρωτοβουλίες που αναλαμβάνουν εκεί οι τοπικοί φορείς. Παράλληλα, μέσω της αναδίφησης των ιστορικών πηγών και της έρευνας του παρελθόντος κατάφεραν να εγκολπωθούν τα στοιχεία της παράδοσης και της λαμπρής ιστορίας του τόπου μας, της Μάνης. Τα οφέλη, όμως, δεν είναι μόνο ηθικά είναι και πρακτικά. Η παρουσία της Μανιάτικης αποστολής σε κάθε γωνιά της Ελλάδας – όπου υπάρχει για μας ιστορικό έρεισμα, με το δυναμικό της παρόν προβάλλει τον τόπο μας. Δίνει το στίγμα ότι η Μάνη είναι ένας ιδιαίτερος προορισμός με ξεχωριστά στοιχεία, αρχές και αξίες αναλλοίωτες και οι Μανιάτες είναι ένας λαός περήφανος με ήθος και λεβέντικη ψυχή.

Επ ευκαιρία του άρθρου αυτού, δημοσιεύουμε κατάσταση πεσόντων Μανιατών που επιμελήθηκε και φρόντισε να μας δώσει η συμπατριώτισσά μας Σταυρούλα Μπαλιτσάρη.από τη Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού όπου εργάζεται. Η κατάσταση περιέχει πολλά ονόματα εκ των οποίων αρκετά μανιάτικα με τόπο γέννησης γενικά τη Λακωνία. Αυτά τα ονόματα δεν περιέχονται σε αυτόν τον πίνακα.
ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ         ΒΑΘΜΟΣ       ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΘΑΝΑΤΟΥ           ΤΟΠΟΣ ΘΑΝΑΤΟΥ ΤΟΠΟΣ ΓΕΝΝΗΣΗΣ
Αναστασάκος Ελευθέριος                  8/1/1913          Μανωλιάσα     Μαυροβούνι
Αρκουδέας Ηλίας                   23/10/1912      Σ.Ν. Φιλιππιάδος        Πολιάνα
Αρναούτης Νικόλαος              1/6/1913          Κιλκίς  Πύργος Διρού
Βαγιλναλάκης Ζ.                     20/2/1913        Μπεζαϊντές      Γύθειο
Βελενάκος Αντώνιος              1/1/1913          Μπεζαϊντές      Τσεροβά
Βενετσανάκης Βενέτης           Ανθυπασπιστής           19/6/1913        Λαχανάς          Γύθειο
Βλαχουστάκος Μιχαήλ                       1/6/1912          Κιλκίς  Τσεροβά
Γεωργάκος Βασίλειος             28/10/1912      Σ.Ν. Τρικάλων            Γύθειο
Γεωργαντέας Γεώργιος                       16/7/1913        Μπαϊρακλή      Καρδαμύλη
Γιαννάκης Αριστείδης             10/1/1914        Σ.Ν. Κορυτσάς            Αρεόπολη
Γιαννάκος Ευθύμιος                7/1/1913          Χειρουργείο Β7          Γύθειο
Γιαννόπουλος Ιωάννης                        13/11/1912      Γ.Σ.Ν. Θεσσαλονίκης Οίτυλο
Γιαννόπουλος Σ.                      11/4/1913        Β.Σ.Ν. Θεσσαλονίκης Οίτυλο
Γιαννόπουλος Σωτήριος                      12/4/1913        Σ.Ν. Θεσσαλονίκης    Γαϊτσά
Γιαννουκάκης Μιχαήλ             1/12/1912        Ιωάννινα          Πύργος Διρού
Γιαννουλέας Ιωάννης              20/6/1913        Α.Σ.Ν. Θεσσαλονίκης            Νεοχώρι
Γιατράκος Ιωάννης      Ανθυπασπιστής           8/8/1913          Σ.Ν. Θεσσαλονίκης    Γύθειο
Γιατράς Αναστάσιος                21/6/1913        Α.Σ.Ν. Θεσσαλονίκης            Οίτυλο
Γκενάκος Ιωάννης                   29/6/1913        Στρωμνίτσα     Τσεροβά
Γκινόπουλος Σωτήριος                        11/4/1913        Β.Σ.Ν. Θεσσαλονίκης Οίτυλο
Δαουτάκος Πέτρος                  1/6/1913          Κιλκίς  Τσεροβά
Δασκαλιάς Νικόλαος              3/7/1913          Β.Σ.Ν. Θεσσαλονίκης Οίτυλο
Δημητράκος Νικόλαος                        19/2/1913        Μπίζα  Σκαμνάκι
Διακουμάκος Σταύρος             15/7/1913        Χειρουργείο C4          Οίτυλο
Δουκάκος Χαράλαμπος                      9/2/1913          Μακεδονία      Σκαμνάκι
Εξαρχάκος Γεώργιος               13/6/1913        Κιλκίς  Πύργος Διρού
Ευαγγελάκος Πουλίκος                                  Χειρουργείο Α6          Λάγια
Ζαγοριανάκος Κωνσταντίνος              31/7/1913        Αιτωλοακαρνανία       Μυρτιά
Ηλιοπιερέας Κυριάκος                        17/7/1913        Χασάν Πασσά Τσικαλιά
Θεοδωρακάκης Παναγιώτης               29/7/1913        Α.Σ.Ν. Θεσσαλονίκης            Οίτυλο
Θεοδωράκος Νικόλαος                       29/7/1913        Γ.Σ.Ν. Θεσσαλονίκης Οίτυλο
Κακουρελάκης Παναγιώτης                19/12/1912      Α.Σ.Ν. Θεσσαλονίκης            Γύθειο
Καλής Μιχαήλ                        16/1/1912        Μετακ. Ν. Φιλιππιάδος           Μαλιτσίνα
Καλογράκος Ιωάννης              1/12/1912        Μανωλιάσα     Πύργος Διρού
Κανελλόπουλος Φώτιος                     25/12/1912      Β.Σ.Ν. Πρεβέζης        Οίτυλο
Καπερελάκος Πέτρος             9/10/1913        Γ.Σ.Ν. Θεσσαλονίκης Γύθειο
Καπετανέας Περικλής             23/1/1913        Β.Ν. Πρεβέζης            Οίτυλο
Καραβίτης Αντώνιος   Ανθυπασπιστής                       Σ.Ν. Αρτης      Γλυθειο
Κασίμης Βασίλειος                 25/7/1913        Στρώμνιτσα     Μαρμάρι
Κατσουλάκος Μιχαήλ Ανθυπολοχαγός          Κιλκίς  Πύργος Διρού
Κλεονάκος Μιχαήλ     Ανθυπασπιστής           13/12/1912      Μπεζαϊντέ       Πύργος Διρού
Κολουβάρης Δημήτριος                      1/1/1913          Μπίζα  Κότρωνας
Κουάκης Κυριάκης                 1/1/1913          Ήπειρος           Κόζια
Κοκκινέας Διονύσιος              15/1/1914        Σ.Ν. Ναυπλίου            Καρδαμύλη
Κοντάκος Ιωάννης                  1/5/1913          Σ.Ν. Θεσσαλονίκης    Γύθειο
Κοντός Ευστάθιος       Υπολοχαγός    20/10/1912      Γιαννιτσά         Γύθειο
Κοντάκος Ιωάννης                  12/5/1913        Β.Σ.Ν. Θεσσαλονίκης Πηλάλα
Κοτσάκος Πέτρος                   14/8/1913        Γ.Σ.Ν. Σκαμνακίου
Κοτσάκος Πέτρος                   25/8/1913        Μπαϊρακλή      Γύθειο
Κούκουρας Κυριάκος             1/7/1913          Αιτωλοακαρνανία       Μπουλαριοί
Κουλουβάκος Μιχαήλ                        19/6/1913        Μαυροβούνι
Κουλουβάρης Δημήτριος                    12/1/1913        Μανωλιάσα     Κότρωνας
Κουμεντάκος Μιχαήλ             13/8/1913        Α.Σ.Ν. Θεσσαλονίκης                        Οίτυλο
Κρητικάκος Νικόλαος             9/4/1913          Β.Σ.Ν. Αττικής            `Γύθειο
Κρητικάκος Νικόλαος             18/2/1913        Μπίζα  Σκαμνάκι
Καυριακουλάκης Παναγιώτης                        Γ.Σ.Ν. Θεσσαλονίκης Γύθειο
Κυριακουλάκος Γεώργιος                   31/5/1913        Γ.Σ.Ν. Θεσσαλονίκης Γύθειο
Κυριακουλάκος Μιχαήλ                     18/6/1913        Στρωμνίτσα     Τσικαλιά
Λαγάνης Γεώργιος                  1/7/1913          Μπέλες Όρος  Λάγια
Λυμπερέας Ιωάννης                10/12/1913      Σ.Ν. Θεσσαλονίκης    Οίτυλο
Λυμπερέας Χρήστος               7/1/1913          Χειρουργείο Α10        Οίτυλο
Λυμπέρης Καλαπόθος            Λοχαγός          21/6/1913        Λαχανάς          Κίττα
Μαμονέας Κωνσταντίνος                    24/11/1913      Σ.Ν. Φιλιππιάδος        Οίτυλο
Μαρκάκης Γρηγόριος              22/12/1912      Αιτωλοακαρνανία       Παχιάνικα
Μαυροειδάκος Γεώργιος                    17/2/1913        Μπίζα  Κότρωνα
Μενουδέας Ηλίας                   17/7/1913        Ανω Τζουμάγια           Λεύκτρο
Μητσάκος Νικήτας                 7/6/1913          Μανωλιάσα     Πύργος
Μπακομιχάλης Ηλίας              1/1/1913          Α Χειρουργείο Εθν. Αμυνας  Γύθειο
Μπερδέσης Κωνσταντίνος                  4/3/1913          Ιωάννινα          Λάγια
Μπιζακάκος Χρήστος             29/10/1913      Σ.Ν. Αθηνών   Γύθειο
Μπονάκος Δημήτριος              19/7/1913        Β.Σ.Ν. Θεσσαλονίκης Γύθειο
Μποσινάκης Δημήτριος                      10/7/1913        Σ.Ν. Θεσσαλονίκης    Γύθειο
Νικολόπουλος Παναγιώτης                7/1/1913          Μανωλιάσα     Γύθειο
Νόθος Ιωάννης                       7/3/1913          Α Χειρουργείο Εθνικής Αμυνας         Οίτυλο
Ντουζέπης Γεώργιος               22/3/1913        Γ.Σ.Ν. Πειραιώς          Οίτυλο
Ξαρχάκος Γεώργιος                1/10/1912        Σαραντάπορο   Πύργος Διρού
Ξαρχόγιαννης Μιχαήλ             7/1/1913          Μπίζα  Κότρωνα
Ξεπαπαδάκης Δημήτριος                     1/6/1913          Κιλκίς  Χαριά
Ξεπαπαδέας Δημήτριος                       18/7/1913        Χειρουργείο Α6          Αρεόπολη
Οικονόμου Ηλίας                    1/7/1913          Αντιχ. Συν. Πετριτσίου           Καρβελά
Παζαντάκης Χρήστος             29/10/1913      Β.Σ.Ν. Αθηνών           Γύθειο
Παναγέας Επαμεινώνδας        Ανθυπολοχαγός          25/6/1913        Δοϊράνη           Γαϊτσά Πατουχέας Βασίλειος             17/8/1913        Γ.Σ.Ν. Θεσσαλονίκης Οίτυλο
Πετροπουλάκης Παναγιώτης              4/12/1912        Β.Σ.Ν. Θεσσαλονίκης Γύθειο
Πουλάκος Δημήτριος              1/1/1912          Αιτωλοακαρνανία       Γύθειο
Σγουρός Γρηγόριος     Ανθυπολοχαγός          19/10/1912      Γιαννιτσά         Καρβελά
Ταβουλάρης Βασίλειος           Στρατιώτης      23/6/1913        Σόροβιτς          Πύργος Διρού
Ταβουλάρης Δημήτριος           Στρατιώτης      23/6/1913        Δοϊράνη           Αρεόπολη
Ταγαρούλιας Περ.       Στρατιώτης      14/1/1913        Μέση Ανατολή Κούνος
Τρανάκος Γεώργιος     Στρατιώτης      15/3/1913        Β.Σ.Ν. Θεσσαλονίκης Γύθειο
Φιλιππάκης Ιωάννης   Δεκανεύς         29/11/1912      Σ.Ν. Φιλιππιάδος        Γύθειο

Σάββατο 19 Οκτωβρίου 2013

ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΠΟΛΕΙΣ ΣΤΗΝ ΠΑΛΑΙΣΤΙΝΗ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

Ποιες ήταν οι 154 Ελληνικές πόλεις της Παλαιστίνης κατά την εποχή του Ιησού Χριστού;

Οι Άγιοι Τόποι. Χάρτης του 1759 ("Terra Sancta sive Palæstina").
Διαβάστε τις μέχρι τότε ανευρεθείσες 154 Ελληνικές πόλεις της Παλαιστίνης, κατά την εποχή του Ιησού Χριστού, η οποία περιλάμβανε τα σημερινά κράτη Ισραήλ, Ιορδανία, Λίβανο και Συρία, σύμφωνα με χάρτη του κ. Κωνσταντίνου Γεωργακόπουλου, Καθηγητή της Ιστορίας της Επιστήμης!.
Η Παλαιστίνη την εποχή του Χριστού.
Χάρτης του κ. Κωνσταντίνου Γεωργακόπουλου, Καθηγητή της Ιστορίας της Επιστήμης, ο οποίος έγινε ειδικά για το έργο μας: "Ιησούς Χριστός: Ελληνισμός-Χριστιανισμός".
ΟΙ 154 ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΠΟΛΕΙΣ ΤΗΣ ΠΑΛΑΙΣΤΙΝΗΣ
Κατωτέρω παραθέτουμε έναν αλφαβητικό πίνακα του κ. Κων/νου Γεωργακόπουλου, Καθηγητή της Ιστορίας της Επιστήμης, ο οποίος εμφανίζει τις μέχρι τότε ανευρεθείσες 154 Ελληνικές πόλεις της Παλαιστίνης, κατά την εποχή του Ιησού Χριστού, η οποία περιλάμβανε τα σημερινά κράτη Ισραήλ, Ιορδανία, Λίβανο και Συρία.
Περιττό να πούμε ότι τις πόλεις αυτές μνημονεύουν πάρα πολλοί αρχαίοι Έλληνες, Λατίνοι και Ιουδαίοι ιστορικοί και συγγραφείς, όπως για παράδειγμα ο Ηρόδοτος, ο Διόδωρος Σικελιώτης, ο Πλούταρχος, ο Παυσανίας, ο Στοβαίος, ο Βιργίλιος , ο Ιώσηπος και άλλοι.
Ο πίνακας έχει ως ακολούθως:
1. Αβέλα Βαταναίας
2. Αβίλη (Ιορδάνης)
3. Αβίλη (Φοινίκη)
4. Αγκάλη
5. Άδρα
6. Άδουρα (Ιδουμαία)
7. Άζωτος (Ashdod: Πεντάπολις Φιλισταίων)
8. Αιαλών
9. Αιλία (Eyiat)
10. Αινών (Σαμάρεια)
11. Αίρη (Πεντάπολις Φιλισταίων)
12. Άκη
13. Ακκαρών (Πεντάπολις Φιλισταίων)
14. Ακράβατα
15. Αμάθη
16. Αμαθούς (Ιουδαία)
17. Ανθηδών (πλ. Γάζα)
18. Αντιόχεια η προ Ίππου (πλ. Τιβεριάς)
19. Αντιόχεια (Γέρασα)
20. Αντιπατρίς (Ιουδαία, ΒΔ Ιόππης)
21. Απολλωνία (μετ. Ιόππης-Καισαρείας )
22. Άραδος (εκβ. Ελευθέρου /ομοσπονδία: Τύρος, Σιδών, Άραδος)
23. Άρβηλα (Γαλιλαία)
24. Αρέθουσα (Ιδουμαία)
25. Αρέθουσα (Ιουδαία)
26. Αρεόπολις (επί Αρνώνος)
27. Αρίνδηλα (Ιτουραία)
28. Άρκη (Φοιν)
29. Αρχελαϊς (Ιουδαία)
30. Αρχελαίς (μετ. Ιεριχούς-Σκυθοπόλεως / Πτολεμαίος / Δ. Ιουδαία)
31. Ασκαλών (Asguelon /ΒΔ Γάζας)
32. Άστυρα
33. Βαιταρρούς
34. Βαλανέαι (: Λευκάς)
35. Βάλδας (Φοιν.)
36. Βάσηρα (Φοιν.)
37. Βηθανία (Δεκάπολις)
38. Βερενίκη – Πέλλα
39. Βόστρα
40. Βότρυς (Φοιν Β. Βύβλος .)
41. Bουκόλων πόλις
42. Γάβα (Ιουδαία / Α. Καισάρειας )
43. Γάβαλα (Φοιν.)
44. Γάδαρα (Δεκάπολις)
45. Γάδαρα (Ιουδαία /ΝΑ Ιόππης)
46. Γάδωρα (Δεκάπολις)
47. Γάζα (Φιλιστ. /τέως Καδύτις)
48. Γαζαίων Λιμήν (Επ. Nazle)
49. Γάζωρος
50. Γέθη (Φιλιστ. Tel – Es - Safi)
51. Γέραρα (Φιλιστ. / έδρα βασιλέων)
52. Γέρασα (Πολύβιος/30χιλ. β. Αman)
53. Γιγγλυμώτη (Φοιν)
54. Γίππα (ή Γίττα ;)
55. Γάαρα
56. Γυναικόσπολις
57. Δάβειρα (Γαλιλ. Τ. Φιλωτέρεια)
58. Δαμασκός (Δεκάπολις)
59. Δημητριάς (Ν. λίμνης Γεννησαρέτ)
60. Δίον (Δεκάπολις / Husn)
61. Διόσπολις (τ. Λύδδα / ΝΑ Ιόππης)
62. Δίφροι (Φοιν)
63. Δώρος (Φοιν.)
64. Έβοδα
65. Εκρών (Φιλιστ)
66. Ελαία (Φοιν. Μετ. Τύρου –Σιδώνος)
67. Ελευθερόπολις (μετ. Ιεροσόλυμα –Ασκαλόν)
68. Ελούσα (πλ. Αραβίας)
69. Έμεσα (Φοιν.)
70. Έμμαθα
71. Εσεβών
72. Επτάπηγον (Ettarga / B. λίμνης Γεννησαρέτ)
73. Ζόρα
74. Ηλιούπολις (Δεκάπολις)
75. Θήβαι
76. Θήνα (Σαμάρεια )
77. Ιάμνεια (Φιλιστ. Μετ. Αζωτη-Ιόππης/5 χιλ. ακτή / Iebna)
78. Ιεριχός (-ώς)
79. Ιήνυσας (λιμήν /Ηρόδοτος/ μετ. Γάζας –Αιγυπτ. συνόρων)
80. Ίμυρα
81. Ίνα (Δεκάπολις)
82. Ιόππη (Yafa)
83. Ιουλιάς (Βηθσαϊδά)
84. Ιππόνη (Δεκάπολις)
85. Ίππος (Δεκάπολις / πα. Γαλιλαία)
86. Ιτύκη
87. Ιωτάπατα (Γαλιλαία)
88. Κάδυτις (πλ. Θαλάσσης > Γάζα > Ιεροσόλυμα)
89. Καισάρεια (μετ. Ιόππης –Τύρου /τ. Στρατωνίς)
90. Καισάρεια η Φιλίππου (πηγές Ιορδάνου / τ. Πανιάς)
91. Κάναθα
92. Καναλά (Δεκάπολις)
93. Καπιτωλιάς
94. Κάρνη (= Κάρνιον /Φοιν.)
95. Κορεαί (Β. Ιουδαία, δεξ. Παραποτ. Ιορδάνου .Β. Ιεριχούς / Kurana)
96. Κροκοδείλων πόλις
97. Κρομμύων πόλις (πλ. Ασκαλών)
98. Λάρισα (Ιδουμαία)
99. Λαχίς
100. Λεοντόπολις (Φοιν. / μετ. Βηρυτ. – Σιδώνος)
101. Λήγιον (Leggio, πλ. Θαβώρ / 15 χιλ. Ναζαρέτ)
102. Λίσα
103. Λύδδα (Σαμάρεια (< Διόσπολις)
104. Μάζαινα
105. Μάμυις
106. Μαριαμμία (Φοιν)
107. Μάρμη
108. Μάρσιππος (Φοιν)
109. Μαρσύα (Μάρισα).
110. Μαχαιρούς (Ιουδαία / Mukawir / 60 σταδ. Ν. Θαλ.)
111. Μέδεβα
112. Νάζαρα (Ναζαρέτ / El Nazira)
113. Νεάπολις ( Nablus / Σαμάρεια)
114. Νέσσοινα
115. Νικόπολις (Emaus)
116. Νίειβις (Περαία, πλ. Τίγρητος)
117. Νόμβα (Ιουδαία)
118. Πανεάς (= Πάνειον /Φοιν)
119. Πάφανα (Δεκάπολις)
120. Πέλλα (Δεκάπολις)
121. Περιστερή (Φοιν)
122. Πέτρα (Περαία, πλ. Ιορδάνου)
123. Πέτρα (Ιδουμαία, πλ. Αραβίας)
124. Πηγαί
125. Πλάτανος (Φοιν.)
126. Πορφυρών (Φοιν,)
127. Πτολεμαίς (τ. Άκκα)
128. Πύργος Στράτωνος ( > Καισάρεια)
129. Ραφάνεια
130. Ραφία
131. Σαμουλίς
132. Σάρηπτα
133. Σεβάστεια (<Σαμάρεια / όρος Somer = Σαμάρειον)
134. Σέκελλα
135. Σελεύκεια (τ. Άβιλα /Περαία / Ιδρ. Σέλευκος Νικ.)
136. Σεπφωρίς (Γαλιλαία /Sefuri / Δοκαισάρεια)
137. Σίκυμα (Σαμάρεια)
138. Σκυθόπολις (Beth – Shan /Δεκάπολις / 600 σταδ. Ιεροσόλυμα, αρ. Ιορδάνου)
139. Σόανα (Δεκάπολις)
140. Συκαμίνων (Φοιν)
141. Σύναγγος (Φοιν.)
142. Σώζουσα
143. Τάβαι (Περαία)
144. Ταριχέαι (- εία) (Ιουδαία /Λίμνη Γεννησαρέτ)
145. Τιβεριάς (Tiberiya /Γαλιλαία)
146. Τύρος
147. Φαινά
148. Φάραθος (Γαλιλαία)
149. Φασαηλίς (Ιουδαία)
150. Φιλαδέλφεια (Δεκάπολις)
151. Φιλωτέρεια (Ν. λίμνης Γεννησαρέτ)
152. Χάλκη
153. Χαλκίς (Ιδουμαία)
154. Χαράκμωβα (Μουβουχάραξ).